Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ φροντίζει τους βιαστές;

Λένε, πως η πιο σκοτεινή ώρα της νύχτας, είναι λίγο πριν την αυγή. Σα να θέλει να επιβεβαιώσει τα παραπάνω η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, δείχνει το πιο σκοτεινό της πρόσωπο, λίγο μετά την πρόσφατη, λαϊκή αποδοκιμασία, όπως αυτή εκφράστηκε στις διπλές κάλπες της 26ης Μαΐου και της 2ας Ιουνίου 2019.
Ο Αλέξης Τσίπρας, για άλλη μια φορά ανακόλουθος, αντί της επομένης του δεύτερου γύρου των αυτοδιοικητικών εκλογών να πάει στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και να ζητήσει τη διάλυση της Βουλής και την προκήρυξη πρόωρων εκλογών, είπε να το τραβήξει καμία βδομαδούλα ακόμη, ώστε να μείνει η Βουλή ανοιχτή και να φέρει μερικά «έκτακτα» -από κάθε άποψη- νομοσχεδιάκια.
Φυσικά, δεν προκαλεί αυτό καμία έκπληξη. Ενόψει εκλογών, η χειρότερη κυβέρνηση στην ιστορία του νεοελληνικού κράτους, βρίσκει την ευκαιρία να «τακτοποιήσει» μερικές ακόμη «εκκρεμότητες», δηλαδή ρουσφετάκια της τελευταίας στιγμής, μετακλητούς, κλπ. Τα συνηθισμένα δηλαδή με μια προεκλογική εσάνς στη λογική του «ό,τι προλάβουμε ακόμα».
Μέσα σε αυτά λοιπόν, και με την ίδια νοοτροπία και αντίληψη, η κυβέρνηση φέρνει προς ψήφιση στη Βουλή το νέο ΠΚ. Δεν θα αναφερθώ στις προβλέψεις του νέου κώδικα όσον αφορά φόνο εξ αμελείας (Μάτι), συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση ή κατοχή εκρηκτικών. Τους καταλαβαίνω. Κοντά σε όλα τα υπόλοιπα, φροντίζουν εαυτούς και αλλήλους, φίλους ή φίλα προσκείμενους για να μπορούν άνετα να μετατρέψουν την επόμενη της νίκης του Κυριάκου Μητσοτάκη, την Αθήνα σε μπάχαλο. Αυτό ξέρουν, αυτό κάνουν οι άνθρωποι, δεν μας εκπλήσσει.
Αλλά, προσπαθώ να καταλάβω και πραγματικά δεν το χωράει ο νους μου: ποιά σκοπιμότητα εξυπηρετεί η μετατροπή του βιασμού από κακούργημα σε πλημμέλημα και μάλιστα με τόσα πολλά «παραθυράκια» ως προς τον ορισμό του, ενώ αρκεί η απουσία συναίνεσης να τον ορίσει;
Προφανώς και δεν είναι εκδούλευση σε ψηφοφόρους, όσο κι αν ο ΣΥΡΙΖΑ σάρωσε στις φυλακές της χώρας, οκ. Τότε γιατί; Τι εξυπηρετεί αυτή η ρύθμιση; Είναι άραγε ικανός λόγος η διακηρυγμένη επιθυμία «αποσυμφόρησης» των φυλακών; Και μέχρι που μπορεί να φτάσει ο νομοθέτης προκειμένου αυτή να επιτευχθεί;
Φυσικά, οι υπερευάσθητες οργανώσεις του ΣΥΡΙΖΑ ή οι υπό των ανθρώπων του στελεχωμένες αρμόδιες υπηρεσίες ή φορείς Ισότητας κλπ κλπ, σιωπούν, αφού προηγουμένως υποκριτικά, διέρρηξαν τα ιμάτια τους για τον όρο «νοικοκυρές» του Κυριάκου Μητσοτάκη. Καμία εντύπωση. Οι αριστερές ευαισθησίες μοιάζουν με του Φαρισαίου που διυλίζει τον κώνωπα και καταπίνει την κάμηλο. Το μάθαμε καλά.
Αλλά γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Υπουργός Δικαιοσύνης συμπεριλαμβάνει μια τέτοια ρύθμιση στον νέο ΠΚ; Ειλικρινά δεν μπορώ να βρω άλλη ερμηνεία να δώσω παρά μόνο πως ο ΣΥΡΙΖΑ, επιθυμεί και με αυτόν τον τρόπο να αφήσει ένα πλήρες χάος εγκαταλείποντας άτακτα στην εξουσία. Ακολουθώντας την άποψη σύμφωνα με την οποία «μεγάλη αναταραχή, θαυμάσια κατάσταση», προσβλέπει στο χάος που θα ακολουθήσει αν ακολουθηθεί αυτή και άλλες αντίστοιχες διατάξεις του νέου ΠΚ, ώστε η επόμενη κυβέρνηση, κοντά σε όλα τα υπόλοιπα να πρέπει να διαχειριστεί και αυτήν την κατάπαυση. Ειλικρινά, δεν μπορώ να βρω άλλον λόγο.
Να πω μόνο, πως θεωρώ αυτονόητο, η επόμενη κυβέρνηση, του Κυριάκου Μητσοτάκη, θα ακυρώσει στο σύνολό τους όλα αυτά τα νομοθετήματά της τελευταίας στιγμής, που φυσικά ουδεμία θετική συνέπεια θα έχουν στην πατρίδα μας αλλά ήρθαν αυτές τις μέρες στην υπό διάλυση Βουλή, μόνο και μόνο για να εξυπηρετηθούν τα άθλια σχέδια του ΣΥΡΙΖΑ και του Αλέξη Τσίπρα.

Τιτή Ντολαπτσή

40 Χρόνια από την ημέρα που ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έβαλε την Ελλάδα στην Ευρώπη: μια αποτίμηση.

Πέρασε στα ψιλά. Κάποιοι θα πουν, ήταν οι ευρωεκλογές και οι αυτοδιοικητικές εκλογές. Άλλοι πως, ήταν το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών που πυροδότησε πολιτικές εξελίξεις και κατά συνέπεια, πού καιρός να ασχοληθούμε με επετείους.

Κι όμως. Ήταν ακριβώς οι ευρωεκλογές που θα έπρεπε να προκαλέσουν μια συζήτηση και -γιατί όχι;- έναν εορτασμό της συγκεκριμένης ημερομηνίας, αφού πριν λίγες μέρες, στις 28 Μαΐου, συμπληρώθηκαν 40 χρόνια από εκείνη την 28η Μαΐου 1979, όταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, σε μια πανηγυρική εκδήλωση στο Ζάππειο Μέγαρο, υπέγραφε την ένταξη της Ελλάδας στην τότε ΕΟΚ, από την οποία προέκυψε η σημερινή ΕΕ.

Δεν νομίζω πως η συγκεκριμένη επέτειος αγνοήθηκε τυχαία από το σημερινό ελληνικό κράτος και την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Η εχθρότητα απέναντι στην Ευρώπη που επέδειξε διαχρονικά το μεγαλύτερο κόμματι της Αριστεράς -πλην της Ανανεωτικής, του τότε ΚΚΕ Εσωτερικού, που έχει όμως τόση σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ όσο το σέλινο με το μαντολάτο- είναι χαρακτηριστική. Δυστυχώς και το ΠΑΣΟΚ της προ εκσυγχρονιστικής του περιόδου, εξεδήλωνε ανοιχτά την εχθρότητά του, γεγονός που σε μεγάλο βαθμό εξέθρεψε και τον καθ’ ημάς αντιευρωπαϊσμό διαχρονικά.

Ουσιαστικά η σχέση που αναπτύχθηκε με την ΕΟΚ και μετά ΕΕ ήταν σχιζοφρενική: μας άρεσαν τα ΜΟΠ, τα πακέτα Ντελόρ, το ΚΠΣ και τα ΕΣΠΑ, αλλά όποτε οι Βρυξέλλες μας ζητούσαν να συνταχθούμε με τους κανόνες τους, «ξυπνούσε το εθνικό φιλότιμο», «θιγόταν η εθνική μας υπερηφάνεια» και αντιδρούσαμε.

Κι όμως. Η χώρα γνώρισε μέσα σε αυτά τα 40 χρόνια την καλύτερη περίοδο του συνταγματικού της βίου, απολαμβάνοντας πρωτόγνωρη ανάπτυξη, ακριβώς χάρη στην ευρωπαϊκή οικονομική ενίσχυση, χαλύβδωσε, θέλοντας και μη, τους δημοκρατικούς θεσμούς της -γι’ αυτό άλλωστε και η επιμονή του Κωνσταντίνου Καραμανλή που έθεσε την ένταξη στην ΕΟΚ ως απόλυτη προτεραιότητα της πολιτικής του- και αργότερα, με την συνθήκη Σένγκεν, και την ένταξη στο σκληρό πυρήνα του ευρώ, βγήκε από την περιθωριοποίηση και την εσωστρέφεια.

Φυσικά υπήρξαν και λάθη, κυρίως στη λογική του να «ξεγελάσουμε τους κουτόφραγκους», κάτι που στην ουσία πριόνιζε το κλαδί στο οποίο εμείς καθόμασταν και τελικά οδήγησε στην κρίση και τη χρεωκοπία. Αλλά θα πρέπει να το παραδεχτούμε: η Ελλάδα πολλαπλώς ωφελήθηκε όλα αυτά τα χρόνια από την ενσωμάτωσή της στην ευρωπαϊκή οικογένεια.

Στη συγκυρία που βιώνει σήμερα η χώρα μας, η ΝΔ είναι και πάλι η παράταξη που κατεξοχήν εγγυάται την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας, όχι ως βολικός αποδέκτης κάθε παράλογης απαίτησης των εταίρων μας, οι οποίοι, και λογικό είναι να ενδιαφέρονται πρωτίστως για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους, αλλά ως ισότιμος και σοβαρός συνομιλητής. Και είναι αυτή ακριβώς η σοβαρότητα που λείπει από την ευρωπαϊκή πολιτική που (δεν) ασκεί ο ΣΥΡΙΖΑ και που εγγυάται η επόμενη κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Γιατί τέλος, θα πρέπει να έχουμε υπόψιν πως ήταν ακριβώς εκείνη η στρατηγική επιλογή του Κωνσταντίνου Καραμανλή που ευθύς μετά την υπερψήφιση του Συντάγματος του 1975 υπέβαλε αίτημα ένταξης της χώρας μας στην ΕΟΚ, ένταξης που τελικά υπογράφηκε το 1979 που δεν επέτρεψε στον ΣΥΡΙΖΑ και στην κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα την πλήρη μαδουροποίηση της ελληνικής δημοκρατίας. Και μόνο γι’ αυτό, άξιζε τον κόπο.

Τιτή Ντολαπτσή

Η νέα πρόκληση μετά τις Ευρωεκλογές

Τη Δευτέρα, 27 Μαΐου, ξημέρωσε μια διαφορετική ημέρα για την πατρίδα μας. Μια μέρα που μας γεμίζει αισιοδοξία, που φέρνει ξανά αληθινή και όχι κάλπικη ελπίδα στον τόπο μας. Η ευρύτατη νίκη της ΝΔ στις Ευρωεκλογές, με 9,5 μονάδες διαφορά από τον ΣΥΡΙΖΑ, γίνεται παραγωγός εξελίξεων. Παράλληλα, και στις αυτοδιοικητικές εκλογές, η επικράτηση των υποψηφίων που προέρχονται ή στηρίζονται από τη ΝΔ υπήρξε απόλυτη, με τους κυβερνητικούς υποψήφιους να καταβαραθρώνονται, αποδεικνύοντας για άλλη μια φορά, την αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ να αποκτήσει ερείσματα στις τοπικές κοινωνίες.

Ήδη, ο Αλέξης Τσίπρας, εκών άκων, ανακοίνωσε πως μετά και την ολοκλήρωση των αυτοδιοικητικών εκλογών την προσεχή Κυριακή, θα ζητήσει από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας την επίσπευση των εθνικών εκλογών. Καιρός ήταν.

Η πατρίδα μας, βαρύτατα τραυματισμένη από την 4ετη διακυβέρνηση Τσίπρα, πρέπει να ξαναβρεί το δρόμο της, να ξαναμπεί σε τροχιά ανάπτυξης και προόδου, να προχωρήσει μπροστά. Αρκετά με το διχασμό, την εσωστρέφεια, τη διάλυση, την απαξίωση των θεσμών, την οικονομική καθυστέρηση, τη φτωχοποίηση της μέσης τάξης, την εξαθλίωση των κατώτερων τάξεων, που επέφερε η άσκηση κυβερνητικού έργου από τον ΣΥΡΙΖΑ.

Η ΝΔ, το κόμμα που έβαλε την Ελλάδα στην ΕΕ, πριν 40 χρόνια ακριβώς, είναι η μόνη πολιτική δύναμη που εγγυάται διαχρονικά την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας. Και σήμερα, είναι και η παράταξη που αναλαμβάνει, κι όχι για πρώτη φορά στην Ιστορία της χώρας, να σηκώσει ξανά την Ελλάδα στα πόδια της, να χτίσει εκεί που οι άλλοι ήξεραν και ήθελαν μόνο να γκρεμίζουν.

Σε πολλούς, προκάλεσε έκπληξη η διαφορά των Ευρωεκλογών. Στο κυβερνητικό στρατόπεδο δε, σαστιμάρα, πανικό, παράκρουση. Τέτοια ήταν η απόσταση που χωρίζει τους κυβερνώντες από την ελληνική κοινωνία, από τον μισθωτό, τον ελεύθερο επαγγελματία, τον άνεργο, τον συνταξιούχο, το φοιτητή.

Μέσα στη χαύνωση της εξουσίας, και χωρίς να μεσολαβούν εκλογικές διαδικασίες από το Σεπτέμβριο του 2015, πίστεψαν πως, σιγά σιγά, με την απαξίωση των θεσμών, την φτηνή προσπάθεια εξαγοράς του εκλογικού σώματος, και τον «άχαστο» ηγέτη τους, που, όμοια με τον «Άνθρωπο που γελά» του Ουγκώ, διατηρεί μόνιμα το χαμόγελό του, ακόμη κι όταν εκποιεί την εθνική περιουσία ή όταν ευνοεί την παραχάραξη της ελληνικής Ιστορίας, θα εγκαθίδρυαν τελικά, το μαδουρικό καθεστώς των ονείρων τους.

Από την άλλη όμως, μια ορθή ανάγνωση των μηνυμάτων της ελληνικής κοινωνίας από το 2016 και μετά, όταν δηλαδή απορροφήθηκαν οι κραδασμοί των capital controls και του καταστροφικού πρώτου κυβερνητικού εξαμήνου του 2015, το πράγμα φαινόταν. Η ΝΔ προηγείτο σταθερά σε όλες τις δημοσκοπήσεις, κέρδιζε σε όλα τα ποιοτικά χαρακτηριστικά και ο Κυριάκος Μητσοτάκης, είχε σταθερό και ολοένα και διευρυνόμενο προβάδισμα ως προς την καταλληλότητα ως πρωθυπουργός.

Σε σχεδόν ένα μήνα, η χώρα θα οδηγηθεί εκ νέου στις κάλπες, ώστε να εκλέξει νέα κυβέρνηση. Θεωρώ αυτονόητο πως για τη ΝΔ, ο στόχος είναι η επίτευξη μιας ευρύτατης πλειοψηφίας που θα παρέχει κοινοβουλευτική αυτοδυναμία, προκειμένου να μπορεί, απρόσκοπτα να προχωρήσει στην ανόρθωση του τόπου και στην υλοποίηση του προγράμματος της.

Σε αυτή τη μάχη, στον αγώνα να ξανακερδίσουμε την πατρίδα μας, δεν περισσεύει κανείς. Χρέος όλων μας, να ανταποκριθούμε στο προσκλητήριο του Κυριάκου Μητσοτάκη και να αγωνιστούμε να πείσουμε και όσο το δυνατόν περισσότερους συμπολίτες μας, να στηρίξουν τη ΝΔ με την ψήφο τους. Να θεραπεύσουμε τις πληγές του φρικτού διχασμού που καλλιεργήθηκε και να κάνουμε τον Κυριάκο Μητσοτάκη, πρωθυπουργό όλων των Ελλήνων.

Τιτή Ντολαπτσή

100 Χρόνια από τη Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού.

To 1919  στάθηκε ένα έτος ορόσημο για τον νεότερο ελληνισμό. Το έτος της εκστρατείας στην Ουκρανία, το έτος  απόβασης του ελληνικού στρατού στη Μικρά Ασία, το έτος που ο Μουσταφά Κεμάλ, αποβιβάστηκε στην Σαμψούντα προκειμένου να ξεκινήσει την δεύτερη ιστορικά, φάση της εξόντωσης των Ελλήνων της βόρειας Μικράς Ασίας προσπαθώντας επίσης να συντονίσει την αντίσταση των Τούρκων κατά της ελληνικής στρατιάς που είχε καταλάβει πριν από μερικές εβδομάδες την Σμύρνη. Το ημερολόγιο, έγραφε 19 Μαΐου 1919.

Οι Έλληνες του Πόντου αποτελούσαν πάντοτε ένα ζωτικό κομμάτι της περιοχής και παρόλο που ήταν μακριά από τον εθνικό κορμό της ελληνικής χερσονήσου και των δυτικών παραλίων της Μικράς Ασίας, διέγραψαν την δική τους πορεία η οποία όμως ήταν παράλληλη με αυτήν των υπολοίπων Ελλήνων και κατάφεραν, σε χρόνους ζοφερούς, κατάφεραν να διατηρήσουν την εθνική τους συνείδηση με συνέπεια πάντα να αποτελούν για του Οθωμανούς Τούρκους έναν «πονοκέφαλο» για την συγκεκριμένη περιοχή, κι ενώ πληθυσμιακά δεν ξεπέρασαν τις άλλες εθνότητες της περιοχής,  αποτελώντας περίπου το 40% του πληθυσμού της, οι δραστηριότητές τους, τους έκαναν κυρίαρχους στην κοινωνική και την οικονομική ζωή του τόπου αυτού.

Οι ελπίδες των εθνοτήτων που ζούσαν εντός των ορίων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από το κίνημα των Νεοτούρκων το 1908 που επαγγελόταν ισονομία και ισοπολιτεία, διαψεύστηκαν οικτρά σε σύντομο χρονικό διάστημα, καθώς κατέστη σαφές  από πολύ νωρίς πως οι εθνικιστές Νεότουρκοι, οπαδοί του συνθήματος «η Τουρκία στους Τούρκους», θα προχωρούσαν σύντομα, όπως και έκαναν, σε ξεκαθάρισμα λογαριασμών με όλες τις μη τουρκικές εθνότητες που ζούσαν στα εδάφη της Αυτοκρατορίας.

Δεν θα επεκταθώ περισσότερο, τα γεγονότα είναι  λίγο πολύ γνωστά, ιδίως για όσους από εμάς τα ακούσαμε μέσα από τις αφηγήσεις των γονέων και των γιαγιάδων μας. Αρκεί να έχουμε κατά νου πως από το 1914 μέχρι το 1922 εξοντώθηκαν σχεδόν 300.000 Πόντιοι με τον αριθμό των θυμάτων σύμφωνα με ορισμένες πηγές να ξεπερνά τις 350.000 μέχρι το 1924. Σε αυτούς τους αριθμούς φυσικά, δεν περιλαμβάνονται οι ξεριζωμένοι από τις εστίες τους ή οι αγνοούμενοι.

Στις 24 Φεβρουαρίου του 1994, ύστερα από δεκαετίες άρνησης, η ελληνική Βουλή, ομόφωνα, επιτελεί το ελάχιστο καθήκον της απέναντι στα εκατομμύρια των νεκρών. Αναγνωρίζεται ομόφωνα η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου. Κάθε χρόνο την ημέρα αυτή ο ανά τον κόσμο διάσπαρτος ποντιακός ελληνισμός, αμάχητο τεκμήριο και ζωντανό κομμάτι του οικουμενικού ελληνισμού, επιβεβαιώνει την ισχυρή θέληση και αγωνιστικότητά του, το χρέος και το εθνικό καθήκον του για τη με κάθε θεμιτό μέσο διεθνή αναγνώριση της Γενοκτονίας των προγόνων μας.

Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει την αυταπόδεικτη ιστορική αλήθεια. Κανείς δεν μπορεί να διαγράψει ή να ξαναγράψει την ιστορία. Κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει τις φωνές των νεκρών. Κανείς δεν μπορεί να μας στερήσει το δικαίωμα στη μνήμη. «Είναι πεποίθηση της Διεθνούς Ένωσης Μελετητών των Γενοκτονιών ότι η Οθωμανική εκστρατεία εναντίον των χριστιανικών μειονοτήτων της αυτοκρατορίας μεταξύ 1914 και 1923 αποτέλεσε γενοκτονία εναντίον των Αρμενίων, Ασσυρίων, Ποντίων και των Ελλήνων της Ανατολίας» (Διεθνής Ένωση Μελετητών Γενοκτονιών).

Η 19η Μαΐου μας δίνει ακόμα μια αφορμή να ανασύρουμε μνήμες, να αναλογιστούμε και να υμνήσουμε, να υποσχεθούμε, πως θα συνεχίσουμε να δίνουμε μαζί, μια γροθιά, τον κοινό αγώνα για την επιβίωση της ιστορικής μνήμης.

Σήμερα το ποντιακό στοιχείο δεν ζητιανεύει, δεν εκλιπαρεί, αλλά απαιτεί αυτό που δικαιούται. Την αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ποντίων. 100 χρόνια συμπληρώνονται φέτος από τον μεγάλο ξεριζωμό. Και θα αγωνιστούμε, όλοι οι Έλληνες, κι όχι μόνο οι Πόντιοι, για τη δικαίωση των νεκρών προγόνων μας και την αναγνώριση της φρικτής γενοκτονίας σε βάρος τους. Είναι καθήκον και υποχρέωσή μας.

Πότε επιτέλους θα τελειώνουμε με το άβατο των Εξαρχείων;

Χθες για άλλη μια φορά γίναμε στο ίδιο έργο θεατές. Χυδαία υβριστικά συνθήματα κατά του Παύλου Μπακογιάννη και φραστική επίθεση κατά του υποψήφιου δημάρχου Αθηναίων Κώστα Μπακογιάννη εξαπέλυσε ομάδα αναρχικών χθες το απόγευμα στα Εξάρχεια, όταν ο τελευταίος πήρε μέρος το απόγευμα της Πέμπτης στην πορεία των κατοίκων της περιοχής που διαμαρτύρονταν για τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στη γειτονιά τους.
Στη συνέχεια, κουκουλοφόροι προκάλεσαν επεισόδια και μια ομάδα από αυτούς διέλυσε με συνθήματα και νεράντζια την συγκέντρωση των κατοίκων των Εξαρχείων. Μάλιστα, όπως ο ίδιος ο Κώστας Μπάκογιάννης αναφέρει σε ανάρτησή του «εκτόξευαν» συνθήματα κατά του νεκρού πατέρα του. «Σας έχω γραμμένους» απάντησε οργισμένος ο Κώστας Μπακογιάννης.
Προφανώς και δεν προκαλεί πλέον καμία εντύπωση το χθεσινό συμβάν, ούτε η βροχή των μολότωφ που ακολούθησε εν συνεχεία και που είχε σαν αποτέλεσμα το σύνηθες κυνηγητό μπάχαλων & αστυνομικών στην Πατησίων, το ένα ρεύμα της οποίας έκλεισε για κάποιο χρονικό διάστημα, και στους γύρω δρόμους. Άλλωστε, αν θυμηθούμε κι ένα στίχο του Γιώργου Σεφέρη, σε μια παράφρασή του, θα μπορούσαμε να πούμε πως «συνηθίσαμε, κι αν σας μιλώ γι’αυτό, είναι γιατί δε βρίσκω τίποτε πια που να μην έχετε συνηθίσει».
Μόνο που δε συνηθίσαμε απλώς. Μπουχτίσαμε. Βαρεθήκαμε. Αηδιάσαμε. Ξέρω πως είναι πολλοί εκείνοι που θα πουν πως και σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις υπάρχουν γκέτο, άβατα, περιοχές με υψηλή παραβατικότητα και όλα τα συναφή. Για την οικονομία της κουβέντας, ας συμφωνήσουμε. Φυσικά, δε νομίζω κανείς να θεωρεί πως τα Εξάρχεια είναι κάτι σαν το Μπρονξ πχ ή επειδή υπάρχει το Μπρονξ, ας υπάρχει σαν άσυλο ανομίας και η περιοχή των Εξαρχείων. Συγγνώμη, αλλά δεν πάει έτσι το πράγμα. Δεν μπορεί να υπάρχει στο κέντρο μιας σύγχρονης ευρωπαΐκής πόλης, μία από τις πιο όμορφες πραγματικά περιοχές της, με ιδιαίτερα έντονο ιστορικό και αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον, ένα άσυλο ανομίας, μόνο και μόνο για λόγους ιδεοληπτικούς.
Πληροφορηθήκαμε όλοι από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης τι συνέβη τις προηγούμενες μέρες με την επιχείρηση των λιμενικών, παρουσία εισαγγελέα μάλιστα, σε κατάληψη όπου πήγαν για έλεγχο επειδή γινόταν διακίνηση σκληρών ναρκωτικών. Δε βρισκόμαστε στη δεκαετία του 80, δε μιλάμε πια για γραφικές μορφές μη βίαιων αναρχικων, όπως ήταν ο Κάιν, ή διαφόρων ανένταχτων φευγάτων που έδιναν στην περιοχή το όποιο, ιδιότυπο χρώμα της. Πλέον έχουμε να κάνουμε με αισχρούς αντιεξουσιαστές, αδίστακτους, οι οποίοι βρίσκονται σε αγαστή συνεργασία με σκληρούς ποινικούς εγκληματίες.
Ε αυτή η κατάσταση πρέπει να τελειώσει. Ήδη, ο Κώστας Μπακογιάννης έχει ξεκαθαρίσει τη θέση του σαν αυριανός δήμαρχος Αθηναίων. Θα απαιτήσει, με όλα τα μέσα που έχει στα χέρια του, την εφαρμογή του νόμου. Σαφής είναι και ο πρόεδρος της ΝΔ, ως προς το θέμα, Κυριάκος Μητσοτάκης. Αυστηρή τήρηση του νόμου, μέσα σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, που δεν αφορά μόνο τις, σε μεγάλο βαθμό, ατελέσφορες επιχειρήσεις της αστυνομίας.
Νομίζω πως ήρθε η ώρα, οι ιδεοληψίες σε μεγάλο μέρος των πολιτών έχουν υποχωρήσει, έχουν πλέον αντιληφθεί και οι πλέον δύσπιστοι το πρόβλημα, και ο καιρός είναι ώριμος για να αντιμετωπιστεί αυτή η εγκληματικότητα και να αποκατασταθεί ο νόμος και η τάξη και στα πολύπαθα Εξάρχεια. Οι πολίτες, απαιτούμε, ανεξάρτητα από την ιδεολογική μας τοποθέτηση, να αντιμετωπιστεί αυστηρά η εγκληματικότητα. Προσωπικά, είμαι πεπεισμένη πως η επόμενη κυβέρνηση της ΝΔ, θα κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση. Και θα επιτύχει.

Τιτή Ντολαπτσή

Η Έξοδος του Μεσολογγίου, ένα φωτεινό παράδειγμα για τη σημερινή Ελλάδα

Υπάρχουν στην Ιστορία κάθε λαού, μερικές ημερομηνίες που είναι πραγματικά σημαντικές. Κάποιες ιδιαίτερες στιγμές για κάθε έθνος, όπου γίνεται μια υπέρβαση, κάτι που ξεπερνά τη συνήθη πεπατημένη, ακόμη και ότι έχουμε συνηθίσει να αποκαλούμε «κοινή λογική». Μια στιγμή τρέλας, γεμάτης όμως με μια εκτυφλωτική λάμψη που δεν είναι δυνατόν να ξεχαστεί και μένει ζωντανή μέσα στην πορεία του χρόνου έτσι ώστε να φωτίζει ως παράδειγμα, ως πρότυπο υψηλό, ως μια ιδανική ώρα.

Μια τέτοια στιγμή στάθηκε για το δικό μας έθνος, το ελληνικό, και η  ημέρα μιας ήττας τραγικής. Από τους 3.000 μαχητές, οι 1.700 έπεσαν νεκροί. Μόλις 1.300 σώθηκαν. Από τους αμάχους, οι 5.000 σκοτώθηκαν μέσα στη νύχτα. Πέρασαν μόνο 13 γυναίκες, όλες Σουλιώτισσες, μαζί με 3 ή 4 παιδιά. Άλλα 6.000 γυναικόπαιδα στάλθηκαν στα σκλαβοπάζαρα της Πόλης και της Αλεξάνδρειας. Οι Τούρκοι έχασαν 5.000 πολεμιστές.  3,5 χρόνια πάσχιζαν δυο μακρές πολιορκίες. Από τις 15 Απριλίου του 1825, ο κλοιός έγινε ασφυκτικός. Ύψωσαν την τουρκική σημαία στις 11 Απριλίου του 1826. Η νίκη αυτή τους στοίχισε  τον πόλεμο. Αναφέρομαι φυσικά στην ηρωική Έξοδο του  Μεσολογγίου, που έλαβε χώρα τη νύχτα της 10ης Απριλίου 1826.

Η ηρωική αντίσταση του Μεσολογγίου ήταν για τους λαούς της Ευρώπης ένα γεγονός συγκλονιστικό. Οι λαοί πίεζαν τις κυβερνήσεις να βοηθήσουν τους μαχόμενους Έλληνες. Στις 4 Απριλίου 1826, μόλις έξι ημέρες πριν από την ηρωική έξοδο, Ρωσία και Αγγλία υπογράφουν το πρωτόκολλο της Πετρούπολης,  το πρώτο διπλωματικό κείμενο που προβλέπει τη δημιουργία αυτόνομου και αυτοδιοικούμενου ελληνικού κράτους, φόρου υποτελούς στο σουλτάνο.

Μετά την έξοδο και τις σφαγές που ακολούθησαν, οι πιέσεις προς τις κυβερνήσεις έγιναν πιο έντονες. Διανοούμενοι όπως ο Ουγκώ, ο Σατωμπριάν και ο Βεραντζέρος, έκαναν εκκλήσεις για βοήθεια στους Έλληνες. Η άμυνα της Aκρόπολης της Αθήνας έδωσε νέα ώθηση στο φιλελληνικό κίνημα. Όταν, στις 25 Μαΐου 1827, η Aκρόπολη παραδόθηκε, η Γαλλία προσχώρησε στο πρωτόκολλο της Πετρούπολης.

Γίνεται λοιπόν κατανοητό πως αυτό το ηρωικό ολοκαύτωμα των υπερασπιστών ενός «φράχτη», όπως υποτιμητικά είχε χαρακτηρίσει την οχύρωση του Μεσολογγίου ο Ιμπραήμ στον Κιουταχή, προσέφερε στην εθνική υπόθεση πολύ περισσότερα από όσα οι μεγάλες νίκες των πρώτων ετών της Επανάστασης. Άλλη μια απόδειξη των λόγων του Χριστού, όπου σύμφωνα με το κατά Λουκά, «αρκεί σοι η χάρις μου˙ η γαρ δύναμις μου εν ασθενεία τελειούται». Μέσα από την αδυναμία, ο Θεός βοήθησε την πατρίδα μας να σταθεί στα πόδια της και το αίμα των παιδιών της και οι θυσίες των προγόνων μας δεν πήγαν χαμένες.

Έτσι λοιπόν και σήμερα, ας έχουμε πίστη και όραμα, ας αγωνιστούμε με όλη μας τη δύναμη, να φέρουμε ξανά την πατρίδα μας εκεί που αξίζει να είναι, για εμάς, για τα παιδιά μας, για τις επόμενες γενιές που θα έρθουν.

Τιτή Ντολαπτσή

Ο Πρωθυπουργός των χαμογελαστών selfie

Πραγματικά δεν ξέρω αν είναι για γέλια ή για κλάματα αυτό που συνέβη με την επίσκεψη Τσίπρα στα Σκόπια. Τί είδαμε και τί ακούσαμε; Μπορεί αυτά να συμβαίνουν σε μια σοβαρή χώρα; Με οργανωμένη εξωτερική πολιτική; Με κράτος που λειτουργεί στο εσωτερικό και στο εξωτερικό; Κι ακόμα, πραγματικά έχω την απορία, ο άνθρωπος που, με ευθύνη των συμπολιτών μας -γιατί, όσο δυσάρεστοι κι αν γινόμαστε, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ήταν οι συμπολίτες μας που σε τρείς, μαζί με το ιουλιανό δημοψήφισμα, εκλογικές διαδικασίες το 2015, έδωσαν την ευκαιρία στον Αλέξη Τσίπρα να αναλάβει τις τύχες της πατρίδας μας- κρατά στα χέρια του το μέλλον των Ελλήνων και το διαχειρίζεται ενώπιον της Ιστορίας με αυτόν τον τρόπο, δεν έχει την παραμικρή επίγνωση της θέσης και του ρόλου του;
Τί είδαμε αυτές τις μέρες; Το «χαρούμενο», κατά την προσφυή έκφραση του Βαγγέλη Μεϊμαράκη το καλοκαίρι του 2015, Αλέξη Τσίπρα, να φωτογραφίζεται πανευτυχής στα Σκόπια, την ώρα που βεβαίως στη Θεσσαλονίκη καθώς και στην υπόλοιπη Ελλάδα ο ίδιος δεν μπορεί να κυκλοφορήσει και τα στελέχη της κυβέρνησής του κάνουν εκδηλώσεις που οι παριστάμενοι δε γεμίζουν ούτε ταξί, και μας δηλώνει πως τώρα που υπεγράφη η Συμφωνία των Πρεσπών ιδού πεδίο δόξης λαμπρό για το ελληνικό επιχειρείν να πραγματοποιήσει την ειρηνική του εισβολή στη γειτονική χώρα…
Μάλιστα. Ας παραβλέψουμε το γεγονός πως οι επιχειρηματίες που συνόδεψαν τον πρωθυπουργό ήταν ένας κι ένας διαλεγμένοι με πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων φιλικών προς την κυβέρνηση. Δημιουργείται όμως μια εύλογη απορία: τόση πρεμούρα αλήθεια έχει ο ΣΥΡΙΖΑ και ο πρωθυπουργός του για να δημιουργηθούν επενδύσεις στη γειτονική χώρα; Είναι ξαφνικά τόσο θετικοί προς τις επενδύσεις που τις ενθαρρύνουν για την ΠΓΔΜ την ώρα που τις αποθαρρύνουν με κάθε τρόπο στην Ελλάδα, ακόμη ακόμη και με αποφάσεις του -ας μην το χαρακτηρίσω- ΚΑΣ; Την ώρα που δεν διευκολύνουν ακόμη και τους ελάχιστους ρομαντικούς, για να μην πω τρελούς, που προσπαθούν να επιβιώσουν και να δημιουργήσουν σε ένα άκρως εχθρικό για την ιδιωτική πρωτοβουλία περιβάλλον όπως αυτό που έχει δημιουργήσει ο ΣΥΡΙΖΑ και η κυβέρνηση τα τελευταία χρόνια; Δεν είναι παράξενο;

Από την άλλη, την 3η Απριλίου, συμπληρώθηκαν 11 χρόνια από τη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι, τότε που η κυβέρνηση Καραμανλή (για την οποία ναι, πολλά θα μπορούσαν να ειπωθούν στα πλαίσια μιας κριτικής για τα πεπραγμένα της, αλλά αυτό είναι άλλη κουβέντα) άσκησε βέτο στην ένταξη της ΠΓΔΜ στη συμμαχία. Όμως, παρά και το γεγονός αυτό, δουλειές με τα Σκόπια, γίνονταν και γίνονται. Ο ίδιος ο κ. Ζάεφ στην ομιλία του μπροστά στον Αλέξη Τσίπρα είπε ότι η Ελλάδα είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος και ο τρίτος μεγαλύτερος επενδυτής στη χώρα του. Ήδη, εδώ και πολλά χρόνια -και συγκεκριμένα από το 1995 και την υπογραφή της Ενδιάμεσης Συμφωνίας- το λιμάνι της Θεσσαλονίκης είναι το κύριο (στα όρια της αποκλειστικότητας) λιμάνι που χρησιμοποιούν τα Σκόπια. Η προπαγάνδα της κυβέρνησης ότι τάχα χρειαζόταν να υπογραφεί συμφωνία -πόσο μάλλον η συγκεκριμένη, εθνικά επιζήμια συμφωνία των Πρεσπών που εκχωρεί εθνότητα και γλώσσα- για να βελτιωθούν οι οικονομικές σχέσεις των δύο κρατών ποιόν μπορεί να πείθει.
Ας μη γελιόμαστε. Ο κύριος Τσίπρας εξακολουθεί να κοροϊδεύει συνειδητά τον ελληνικό λαό. Η κυβέρνηση του υπήρξε μια απόλυτη καταστροφή για τον τόπο. Η ανεργία καλπάζει, η οικονομία δεν παρουσιάζει σημάδια ανάκαμψης, η εγκληματικότητα έχει χτυπήσει κόκκινο και οι θεσμοί νοσούν βαρύτατα. Αυτά όλα, είμαι βεβαία πως η επόμενη κυβέρνηση της ΝΔ υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη, θα τα αντιμετωπίσει όσο πιο αποτελεσματικά γίνεται. Θα συμβεί όμως και το ίδιο με τα τρομερά τετελεσμένα που έχει δημιουργήσει ο ΣΥΡΙΖΑ, ο Αλέξης Τσίπρας και ο πρώην συνεταίρος του -ας μην τον βγάζουμε από το κάδρο- Πάνος Καμμένος ως προς τα εθνικά μας θέματα; Όσο κι αν είμαι αισιόδοξη, πραγματικά διατηρώ τις επιφυλάξεις μου, όταν αναλογίζομαι το μέγεθος της βλάβης..

Τιτή Ντολαπτσή

Το παιδικό βιβλίο, ο καλύτερος φίλος του παιδιού σας

Υπάρχει μια εργασία πλήρους απασχόλησης, εικοσιτέσσερις ώρες την ημέρα, χωρίς αργίες, γιορτές ή νυχτερινά, που δε συγχωρεί λάθη ή απροσεξίες, που δεν προβλέπει συνταξιοδότηση και που δεν πληρώνει μισθό· είναι η μητρότητα ή -για να μην αδικώ τους πατεράδες- το επάγγελμα του γονέα.
Σε αυτή τη σκληρή απασχόληση που αποτελεί έργο που ο κάθε γονέας αφιερώνει όλο του το είναι, με τις απαιτήσεις της σύγχρονης ζωής, αναζητούμε συμμάχους, βοηθούς σε αυτό το δύσκολο και απαιτητικό έργο, όπως είναι το μεγάλωμα ενός παιδιού, η διάπλαση της προσωπικότητας του, η καλλιέργεια του χαρακτήρα του.
Σε μια εποχή που παιδιά και γονείς βομβαρδίζονται από πληροφορίες, που ο χρόνος και των δυο μερών είναι άκρως περιορισμένος, πολύ συχνά είναι πραγματικά δύσκολο ο γονέας να μπορέσει να οργανώσει την ψυχαγωγία του παιδιού του κατά τρόπο ευχάριστο και διασκεδαστικό αλλά παράλληλα και ψυχωφελή για το παιδί. Πολλοί γονείς άλλωστε, κυρίως υπό την πίεση της έλλειψης χρόνου που έχουν στη διάθεσή τους προκειμένου να περάσουν δημιουργικά και ευχάριστα με τα παιδιά τους, συχνά τα αφήνουν, με έλεγχο ή και όχι, μπροστά από την οθόνη του τάμπλετ, του υπολογιστή, του κινητού ή της τηλεόρασης.
Ευτυχώς ή δυστυχώς ανήκω σε μία γενιά που πρόλαβε τα πάντα. Και το παιχνίδι στην πλατεία, και την αλάνα, και τα πρώτα βιντεοπαιχνίδια, και την τηλεόραση. Αυτό όμως που θυμάμαι περισσότερο με νοσταλγία, είναι τα βιβλία που διάβασα σαν παιδί και σαν έφηβη. Οι ατέλειωτες ώρες που χανόμουν μέσα στις εικόνες ενός βιβλίου, επινοώντας η δίνοντας χρώμα στους δικούς μου φανταστικούς κόσμους.
Σήμερα, είναι η παγκόσμια ημέρα παιδικού βιβλίου. Ξέρω πως η παιδική λογοτεχνία -όπως επίσης και η αστυνομική- πολλές φορές, θεωρείται από ορισμένους, ως ένα είδος εύκολης λογοτεχνίας που φτάνει μέχρι και την παραλογοτεχνία. Ομολογώ πως δε συμφωνώ με αυτή τη θεώρηση. Θεωρώ εξαιρετικά δύσκολο το να μπορέσει κάποιος να χωρέσει μέσα στο παιδικό ή το εφηβικό βιβλίο τα νοήματα, τις ιδέες και ταυτόχρονα τους κόσμους, την φαντασία, την ομορφιά που έχει ανάγκη να συναντήσει μέσα στις σελίδες ενός βιβλίου, το παιδί ή ο έφηβος.
Δεν είμαι καλή στο να κάνω υποδείξεις. Δεν τα καταφέρνω σε παραινέσεις. Ίσως γιατί δεν θεωρώ τον εαυτό μου σε θέση να κουνάει το δάχτυλο στους άλλους ή να τους λέει τι θεωρεί καλό και κακό. Ωστόσο, αυτό που θα ήθελα να τονίσω, τόσο από την προσωπική μου εμπειρία όταν ήμουν μικρό κορίτσι ή έφηβη, όσο και ως μαμά τριών παιδιών, και να συστήσω ανεπιφύλακτα στους γονείς να αναζητήσουν και να ψάχνουν το καλό παιδικό βιβλίο για τα παιδιά τους.
Σίγουρα, ξέρω πως αυτή η αναζήτηση δεν είναι εύκολη, πως χρειάζεται πραγματικά σοβαρή ενασχόλησή για να μπορέσει κανείς να κάνει τις ορθές επιλογές. Αλλά είμαι βέβαιη πως το αποτέλεσμα θα ικανοποιήσει τόσο τους γονείς όσο και τα παιδιά.
Σε ένα κόσμο βίας και σκληρότητας, σε ένα κόσμο που επικρατεί το δίκαιο του ισχυροτέρου, σε ένα κόσμο που ο καλός αντιμετωπίζεται ως ο χαζός της υπόθεσης, ο κόσμος του παιδικού βιβλίου, όπως και ο κόσμος του παραμυθιού, είναι αυτός που θα μπορέσει να δώσει με το δικό του τρόπο, αξίες και ιδανικά στα παιδιά μας. Κι έχουμε ανάγκη από αυτές τις αξίες ως κοινωνία. Ίσως περισσότερο από ποτέ.

Τιτή Ντολαπτσή

Για την Παγκόσμια Ημέρα κατά του Ρατσισμού.

Δεν συμπαθώ ιδιαίτερα τις παγκόσμιες ημέρες. Όχι γιατί δεν συμφωνώ με την χρησιμότητα τους αλλά γιατί νομίζω πως αντί να κατορθώνουν αυτό που επιδιώκουν, δηλαδή να ευαισθητοποιούν, στην ουσία δημιουργούν εφησυχασμό. Θα μιλήσουμε δηλαδή κάθε 1η Δεκεμβρίου για το AIDS πχ και θα το ξεχάσουμε μέχρι την επόμενη 1η Δεκεμβρίου. Από την άλλη πλευρά βέβαια είμαι βαθύτατα πεπεισμένη πως, δυστυχώς, ακριβώς με τους ρυθμούς μας επιβάλλει η σύγχρονη ζωή, οι παγκόσμιες ημέρες είναι απαραίτητες στο να μας κάνουν μία υπόμνηση, να μας χτυπούν ένα καμπανάκι.
Η 21η Μαρτίου λοιπόν έχει καθιερωθεί, εκτός από Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης (χάρη στις άοκνες προσπάθειες μάλιστα ενός Έλληνα, του πρόσφατα χαμένου λογοτέχνη Μιχάλη Μήτρα) και Παγκόσμια Ημέρα κατά του Ρατσισμού.
Πολλοί θα ισχυριστούν πως δεν υπάρχει ανάγκη να τιμηθεί μια τέτοια μέρα. Προσωπικά έχω μάθει να διακρίνω τους ρατσιστές, όταν θέλοντας να αναπτύξουν τα ρατσιστικά τους επιχειρήματα, ξεκινούν σχεδόν πάντα με τη φράση «δεν είμαι ρατσιστής αλλά…», και φυσικά, η αληθινή τους άποψη, εκφράζεται από το «αλλά…» και μετά.
Αυτές τις μέρες ζήσαμε σε παγκόσμιο επίπεδο το παραλήρημα μίσους του ρατσισμού, της αδυναμίας συνύπαρξης και κατανόησης του Άλλου. Ο μακελάρης της Νέας Ζηλανδίας, ο δολοφόνος της Ουτρέχτης, ακόμη ακόμη, θλιβερό πολύ, δίπλα μας, οι κουκουλοφόροι ψευτονταήδες της Κόνιτσας που επιτέθηκαν σε ανήλικους αλλοδαπούς. Φρίκη και μίσος.
Μπορώ να κατανοήσω τις ανησυχίες των πολιτών σε σχέση με τα προβλήματα που δημιουργεί η όξυνση του μεταναστευτικού και, σε μεγάλο βαθμό συμμερίζομαι τόσο την αγωνία όσο και την ανησυχία τους. Αλλά, κι αυτό θα το πω ακόμα κι αν χρειαστεί να δυσαρεστήσω κάποιους, δεν μπορώ να κατανοήσω το μίσος, δεν μπορώ να το ανεχτώ, δεν μπορώ να δικαιολογήσω τις ενέργειες που πηγάζουν από αυτό.
Δεν θα πω κλισέ επιχειρήματα, της λογικής ότι κι εμείς οι Έλληνες έχουμε υποστεί ρατσισμό, όταν βρεθήκαμε σε άλλες χώρες της Δυτικής Ευρώπης ή της Αμερικής. Μικρή σημασία έχει κάτι τέτοιο. Θέλω να τονίσω μόνο το εξής: δεν είναι δυνατόν να μπορέσει να προοδεύσει μία κοινωνία όταν κουβαλάει μέσα της τόσο μίσος. Ακόμη κι αν υπάρχουν ενστάσεις ως προς τους μετανάστες που ήρθαν στη χώρα μας, ακόμα και αν υπάρχει η προφανής αδυναμία της Πολιτείας κατά πρώτον ή και των ίδιων των ανθρώπων που ήρθαν κατά δεύτερον, να ενσωματωθούν, είναι ζωτικής σημασίας να μην χάσουμε τον ανθρωπισμό μας.
Και εδώ φυσικά, δε μιλάμε για απατεώνες αλληλέγγυους και για ύποπτες ΜΚΟ που πουλώντας τζάμπα φιλανθρωπία παίζουν πολιτικά παιχνίδια ή θησαυρίζουν. Μιλάμε για τον ανθρωπισμό που οφείλουμε να έχουμε τόσο σαν Έλληνες όσο και σαν πολίτες που έχουν γαλουχηθεί με την χριστιανική παράδοση.
Κάπου κάποτε είχα διαβάσει, πως κάθε άνθρωπος είναι τόσο πολύτιμος όσο το αίμα που έχυσε ο Χριστός γι’αυτόν. Δε χρειάζεται κανείς να είναι απαραίτητα πιστός για να κατανοήσει το βάθος και την αξία της παραπάνω πρότασης. Είδαμε τι συνέβη στην Ουτρέχτη, ο δολοφόνος οπλίστηκε ουσιαστικά από τον μακελάρη της Νέας Ζηλανδίας. Το μίσος γεννάει μόνο μίσος.
Και αν αυτό που μας ανησυχεί είναι το μίσος του Άλλου για εμάς, χρέος μας είναι να δημιουργήσουμε μία Πολιτεία που θα μπορεί να προστατεύει αποτελεσματικά τους πολίτες της, να εμπεδώσει σε αυτούς το αίσθημα ασφαλείας και να καταστήσει σαφές πως η ζωή, η τιμή και η περιουσία των πολιτών της θα προστατευτούν με κάθε μέσο απέναντι σε οποιαδήποτε εκδήλωση επικίνδυνο φανατισμού, ισλαμιστικής ή ρατσιστικής εμπνεύσεως.
Είναι χρέος μας, να χτίσουμε μία Πολιτεία που εντός των ορίων της ούτε τα μουσουλμανάκια θα κινδυνεύουν να πέσουν θύματα του κάθε άρρωστου αλήτη αλλά ούτε και τα ελληνόπουλα θα φοβούνται τον οποιονδήποτε φονταμενταλιστή παράφρονα. Μόνο μέσα από ένα ισχυρό νομικό πλαίσιο, θα μπορέσουμε να θωρακίσουμε την κοινωνία μας, και να αντιμετωπίσουμε τελικά αποτελεσματικά το ρατσισμό και τη βία.

Τιτή Ντολαπτσή

Υπάρχει Κράτος τελικά;

Οπαδός δεν είμαι. Δηλαδή δεν βάζω μαύρες πλερέζες όταν χάνει η ομάδα που συμπαθώ, ούτε πανηγυρίζω έξαλλα όταν κερδίζει. Με διακρίνει μάλλον μια ήπια στάση, που ίσως να μπορούσε να λογιστεί και ως απάθεια ή αδιαφορία. Αλλά εντάξει, κατανοώ εκείνους που παθιάζονται, που υποστηρίζουν φανατικά μια ομάδα, που την ακολουθούν σε νίκες και χαρές. Ως εδώ καλά.
Το Σαββατοκύριακο που μόλις πέρασε, είχαμε άλλη μία επανάληψη ενός χιλιοπαιγμένου έργου: μπάχαλα στα γήπεδα. Πιο συγκεκριμένα, το Σάββατο, στο κλειστό γήπεδο Περιστερίου, στο 33ο λεπτό του αγώνα Περιστέρι-Άρης  και χωρίς να έχει προηγηθεί κάτι νωρίτερα, ξεκίνησαν συμπλοκές μεταξύ «θερμόαιμων», με ανταλλαγή αντικειμένων εκατέρωθεν και μεγάλος όγκος των οπαδών του Περιστερίου να κάνουν «ντου» στο μέρος της κερκίδας που ήταν οι φίλοι των «κίτρινων». Μάλιστα, από το μένος των «ανεγκέφαλων» δεν γλίτωσαν και ορισμένοι συγγενείς παικτών, οι οποίοι ήταν σε κατάσταση σοκ.
Φυσικά το παιχνίδι διεκόπη, ενώ λίγα λεπτά αφότου ξεκίνησαν τα επεισόδια, έκανε την εμφάνισή στο κλειστό μία διμοιρία των ΜΑΤ και έτσι η κατάσταση εκτονώθηκε. Τελικά, ύστερα από συνεννόηση με την αστυνομία, οι τρεις διαιτητές διέταξαν την εκκένωση του γηπέδου, ώστε να συνεχιστεί το παιχνίδι και να ολοκληρωθούν τα 7:09” που απέμεναν για τη λήξη του.
Κι όπως πολύ σωστά τόνισε ο προπονητής του Περιστερίου, Αργύρης Πεδουλάκης, «αυτά δεν είναι θέματα του ελληνικού μπάσκετ, είναι θέματα της ελληνικής κοινωνίας. Και δυστυχώς δεν λειτουργεί τίποτε. Τον περιπτερά να βάζαμε θα έκανε καλύτερο στρατηγικό σχέδιο από αυτό της αστυνομίας» , ενώ κατέληξε λέγοντας πως  «δεν φταίει ελληνικό μπάσκετ. Σε χάος ζούμε, κατά τύχη ζούμε σ’ αυτή τη χώρα».
Τα ίδια και χειρότερα είχαμε χθες στο «ντέρμπι των αιωνίων» ΠΑΟ-Ολυμπιακού. Ήδη από το 5ο λεπτό του αγώνα οπαδοί του Παναθηναϊκού κατευθύνθηκαν στον μικρό πάγκο δίπλα από εκεί που καθόντουσαν οι αναπληρωματικοί του Ολυμπιακού οδηγώντας την αναμέτρηση σε πρώτη διακοπή. Οι Αστυνομικοί τους απομάκρυναν και μετά από 13 λεπτά το ματς ξεκίνησε και πάλι κανονικά.
Η ένταση στις εξέδρες στο ΟΑΚΑ που οδήγησε στην αναβολή του παιχνιδιού σημειώθηκε στο 70ο λεπτό του παιχνιδιού, όταν έξω από τη θύρα των οργανωμένων οπαδών του Παναθηναϊκού έσκασαν αρκετές χειροβομβίδες κρότου – λάμψης, ενώ η αστυνομία απάντησε με χρήση χημικών.
Η ατμόσφαιρα στο ΟΑΚΑ έγινε αποπνικτική, με πολύ κόσμο να μετακινείται από τις θέσεις του έτσι ώστε να αποφύγει τους καπνούς. Ο κόσμος αναγκάστηκε κάποια στιγμή να μπει και μέσα στο ταρτάν, με αποτέλεσμα στο 70’ ο διαιτητής, Μάρκο Φριτς να διακόψει την αναμέτρηση.
Μάλιστα λίγη ώρα αργότερα οι καπνοί από τις μολότοφ που έπεσαν έξω από το γήπεδο και από τα δακρυγόνα, έφτασαν και στο χορτάρι. Οι παίκτες με δάκρυα στα μάτια και τις φανέλες στα πρόσωπα για να προστατευθούν, πήγαν στα αποδυτήρια.
Τελικά, ο Γερμανός διαιτητής, βγήκε στον αγωνιστικό χώρο για επιθεώρηση όπου και αποφάσισε την οριστική διακοπή του παιχνιδιού καθώς όπως επεσήμανε ο ίδιος δεν είχε καθαρίσει ακόμα ο καπνός από τα χημικά.
Θέλω να σταθώ λίγο παραπάνω σε δύο σημεία από όσα είπε ο κύριος Πεδουλάκης: ότι α) αυτά που ζούμε δεν είναι θέματα του ελληνικού μπάσκετ (ή ποδοσφαίρου, ή βόλεϊ, ή πόλο γυναικών, μια και το ζήσαμε κι αυτό), είναι θέματα της ελληνικής κοινωνίας και β) ζούμε από τύχη σε αυτή τη χώρα.
Ως προς το πρώτο ζήτημα, νομίζω είναι σαφές. Η γηπεδική βία χρόνια ολόκληρα, δεκαετίες, ταλανίζει την ελληνική κοινωνία, θρηνήσαμε νεκρούς, προφανέστατα θα θρηνήσουμε και άλλους αν συνεχιστεί η κατάσταση αυτή αλλά όπως φαίνεται, μέχρι σήμερα, δεν έχει γίνει καμία ουσιαστική προσπάθεια αντιμετώπισης του φαινομένου. Σαχλές διακοπές του πρωταθλήματος, διακηρύξεις για εκείνο το μαχαίρι που όλο πρόκειται να φτάσει στο κόκκαλό, την ώρα που είναι αμφίβολο αν έχει έστω αγγίξει το δέρμα κ. ο. κ. Κάτι πρέπει να κάνουμε, άμεσα.
Στο σημείο αυτό ας πω, πως δεν παραγνωρίζω βεβαίως τις ευθύνες και της δικής μας παράταξης, όταν αυτή είχε την εξουσία, καθώς είναι σαφές, πως ούτε επί των ημερών της ΝΔ, αντιμετωπίστηκε το ζήτημα όπως έπρεπε.
Αλλά η διαφορά, βρίσκεται στο δεύτερο σημείο, το επίσης κομβικό: ζούμε από τύχη, ζούμε σε χάος. Συμφώνησα παραπάνω πως η αποτυχία αντιμετώπισης της βίας στα γήπεδα, είναι διαχρονική και διακομματική. Ωστόσο, υπάρχει μια κρίσιμη διάσταση τα τελευταία χρόνια: η ασυλία απέναντι στα κάθε είδους μπάχαλα, εντός και εκτός γηπέδων. Άλλωστε, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι που φέρνει αλλαγές στον ΠΚ ώστε η ρίψη μολότοφ να είναι πλημμέλημα μια που «σημασία έχει από ποιά μεριά είσαι όταν πέφτουν οι μολότοφ», όπως προσφυώς είχε πει εντός του Κοινοβουλίου ανερυθρίαστα ο πρωθυπουργός;
Αλήθεια, ποιος από εμάς δεν έχει αυτή την αίσθηση, ότι ζούμε σε χάος και ζούμε από τύχη; Από τύχη δεν ήμασταν κάποιοι στη Μάνδρα, από τύχη δεν ήμασταν στο Μάτι, από τύχη δεν ήμασταν μέσα στην Marfin όταν έπεφταν οι μολότοφ, που κατά τον κύριο Κυρίτση, «δεν σκότωσαν ποτέ κανέναν».
Προφανώς και δεν ισχυρίζομαι πως υπάρχουν μαγικές λύσεις. Χρειάζεται μελέτη, οργάνωση, σχέδιο και φυσικά τη συνεργασία και τη βοήθεια όλης της ελληνικής κοινωνία για να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά τα φαινόμενα αυτά. Αλλά θα αντιμετωπιστούν, θέλω να πιστεύω, καθώς, τουλάχιστον η βούληση του επόμενου πρωθυπουργού της χώρας Κυριάκου Μητσοτάκη και ολόκληρης της παράταξης, είναι δεδομένη.

Τιτή Ντολαπτσή