Ο ΣΥΡΙΖΑ και η αναθεώρηση του άρθρου 336 του ΠΚ αναφορικά με τον ορισμό του βιασμού.

Πριν λίγες μόνο ημέρες ο πρωθυπουργός οργάνωσε μία από αυτές τις τόσο κακόγουστες φιέστες που συνηθίζει και κάλεσε τις γυναίκες υπουργούς και βουλευτές της κυβέρνησής του, καθώς και  γυναίκες στελέχη των ΕΔ και των Σωμάτων Ασφαλείας, στο Μέγαρο Μαξίμου όπου και ανέφερε πόσο ικανοποιημένος ήταν από το έργο των γυναικών υπουργών του (μειδιώ!) και πως στις επόμενες κυβερνήσεις, θα είναι περισσότερες ενώ ακόμη, πρόσθεσε πως ο αγώνας απέναντι στις διακρίσεις και στην έμφυλη βία είναι διαρκής μάχη.
Λίγες ημέρες μετά, βγήκε στη δημοσιότητα ο νέος ΠΚ που ετοιμάζει η νομοπαρασκευαστική του Υπουργείου Δικαιοσύνης και μας παρουσίασε ο αρμόδιος Υπουργός Μιχάλης Καλογήρου. Δε θα σταθώ στις αβάντες που κάνει η κυβέρνηση στην Χρυσή Αυγή και στους κουκουλοφόρους. Συνηθίσαμε πια, αλλοίμονο σε εκείνους που «πέφτουν από τα σύννεφα», μάλλον επειδή αγαπούν τις ελεύθερες πτώσεις.
Εκείνο στο οποίο στέκομαι προσωπικά τόσο ως γυναίκα όσο και ως μητέρα είναι η προτεινόμενη αναθεώρηση του άρθρου 336 του ΠΚ, σύμφωνα με το οποίο μέχρι σήμερα, «όποιος με σωματική βία ή με απειλή σπουδαίου και άμεσου κινδύνου εξαναγκάζει άλλον σε συνουσία ή σε άλλη ασελγή πράξη ή σε ανοχή της τιμωρείται με κάθειρξη».
Νομικοί καθώς και οργανώσεις υπέρ των δικαιωμάτων των γυναικών κατά καιρούς είχαν επισημάνει την ανεπάρκεια πλέον του νόμου, καθώς ουσιαστικά επικεντρώνει στη σωματική βία και παρακάμπτει την έλλειψη συναίνεσης.
Ταυτόχρονα, η Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας (η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης), που θεωρείται ως το πλέον ολοκληρωμένο νομικό πλαίσιο μέχρι σήμερα για την αντιμετώπιση της βίας κατά των γυναικών και των κοριτσιών, υποχρεώνει τα κράτη να ποινικοποιήσουν όλες τις μη συναινετικές πράξεις σεξουαλικής φύσης.
Μετά την ψήφισή της από τη Βουλή, η Σύμβαση αυτή έγινε νόμος του κράτους το Μάρτιο του 2018. Το νομοσχέδιο κυρώθηκε από την Ολομέλεια της Βουλής με ευρεία συναίνεση. Σύμφωνα με το άρθρο 36 αυτής της Σύμβασης: «Η συναίνεση πρέπει να παρέχεται εκουσίως, ως αποτέλεσμα της ελεύθερης βούλησης του ατόμου η οποία αξιολογείται στο πλαίσιο των περιστάσεων».
Θα περίμενε λοιπόν κανείς, η αναθεώρηση του άρθρου 336 του ΠΚ να κινείται σε αρμονία με αυτήν την κατεύθυνση, αλλά όχι. «Η νέα πρόταση περιορίζει τις περιπτώσεις της “απειλής σπουδαίου και άμεσου κινδύνου”, μόνο σε εκείνες που αφορούν “απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας”. Έτσι στενεύει ακόμη περισσότερο η έννοια της “απειλής” αποκλείοντας ευρύτερες αναγνώσεις βίας όπως η ψυχολογική ή ο εργασιακός εκφοβισμός», όπως αναφέρουν υπεύθυνοι ανθρωπιστικών οργανώσεων.
Κανείς μας δεν έχει ξεχάσει την Ελένη, το νεαρό κορίτσι που είπε «όχι» και προσπάθησε να αντισταθεί σε σεξουαλική συνεύρεση παρά τη θέλησή της. Το φρικώδες τέλος της είναι γνωστό στο Πανελλήνιο σε μια υπόθεση που απασχολεί ακόμη τις αρχές, την κοινή γνώμη και τα ΜΜΕ.
Τι θα είχε γίνει, όμως, αν μια άλλη Ελένη στη θέση της Ελένης είχε ξεστομίσει το «όχι» της χωρίς να προσπαθήσει να αντισταθεί; Εφόσον δεν εισακούστηκε η άρνησή της και λόγω των δεδομένων συσχετισμών δυνάμεων που ήταν συντριπτικά εις βάρος της, μια άλλη κοπέλα σε παρόμοια δεινή θέση, δε θα μπορούσε κάλλιστα να ακολουθήσει την επιλογή της μη αντίστασης ως «στρατηγική επιβίωσης» απ’ τα χειρότερα και να υποκύψει βουβά και αμαχητί στις διαθέσεις των βιαστών της; Ίσως εκείνη η Ελένη να είχε ξεγλιστρήσει του θανάτου και να επέστρεφε συντριμμένη μα ζωντανή στο σπίτι της: η επιζώσα ενός ομαδικού βιασμού. Για τον κοινό νου, πάντα, γιατί ο νόμος δεν είναι και βέβαιο πως θα «έβλεπε» κάποιο βιασμό.
Σύμφωνα με τον ισχύοντα ορισμό του βιασμού, αφού η άλλη Ελένη στη θέση της Ελένης υποχώρησε ήσυχα, παραιτήθηκε απ’ την ιδέα να παλέψει, δεν έδειξε ίχνη αντίστασης και βίωσε χωρίς σωματικά σημάδια και μελανιές αυτό που της συνέβη, τότε παίζεται αν έχει βιαστεί. Τι σημασία έχει που δεν ήθελε να υποστεί ό,τι υπέστη;
Η κυβέρνηση  ΣΥΡΙΖΑ μας έχει συνηθίσει στη διπροσωπία και στην ανακολουθία λόγων και έργων εδώ και τέσσερα χρόνια. Χαρακτηριστικό γνώρισμά της η υποκρισία, όταν διυλίζει τον κώνωπα και καταπίνει την κάμηλο, όταν αναζητά «σεξιστικά κίνητρα» πίσω από την κριτική που ασκείται είτε στην ανάλγητη κυρία Δούρου είτε στην ελάχιστη κυρία Νοτοπούλου, αλλά εκεί ακριβώς που, θα όφειλε, να δώσει δείγματα προοδευτικής γραφής και να μας αποδείξει επιτέλους αν όντως κόπτεται υπέρ των δικαιωμάτων των γυναικών, αλλάζει το ανεπαρκές άρθρο 336 του ΠΚ με κάτι ακόμη ανεπαρκέστερο, κλείνοντας τελικά το μάτι στους επίδοξους νταήδες που θα συναντήσει αύριο μια άλλη Ελένη μπροστά της.
Και τελικά, η δική μου απορία ως πολίτη είναι, εκείνοι οι ευαίσθητοι, οι «γεφυροποίοι», εκείνοι που βλέπουν «στροφή προς τη σοσιαλδημοκρατία», έχουν τόσο πολύ τυφλωθεί; Μάλλον όχι. Άλλωστε, άλλο πράγμα είναι να είσαι τυφλός και άλλο να κάνεις τα στραβά μάτια…

Τιτή Ντολαπτσή

Stop Bullying

«Μα δεν κάνουν κάτι, παίζουν», «Μια πλάκα κάναμε, δεν ήταν κάτι σοβαρό», «Για να γελάσουμε έγινε». Πόσο συχνά έχουν ακουστεί τέτοιου είδους δικαιολογίες; Πόσο συχνά έχουν κρυφτεί κάτω από το χαλί τα πολλά και ποικίλα φαινόμενα ενδοσχολικού εκφοβισμού; Και πού τελικά βρίσκονται τα όρια ανάμεσα στην «πλάκα» ή το «χαβαλέ» και την άσκηση παντός είδους βίας;
Η παγκόσμια ημέρα κατά του ενδοσχολικού εκφοβισμού, δεν προσφέρεται για εύκολες καταδίκες, γλυκερούς συναισθηματισμούς, αναθέματα ή ευχολόγια σχετικά με το τί φταίει ή τί πρέπει να αλλάξει στην εκπαίδευση, στην οικογένεια, στην κοινωνία.  Είναι σαφές πως το πράγμα έχει ξεφύγει. Πως δεν μιλάμε πια για το αθώο, έστω και χοντροκομμένο πείραγμα, από το οποίο ουσιαστικά δε γλίτωνε ούτε ο ψηλός, ούτε ο κοντός, ούτε ο ευτραφής ούτε ο αδύνατος, κανείς, μέσα σε μια «δημοκρατία του πειράγματος». To bullying δεν είναι πείραγμα, δεν είναι αθώο, δεν έχει καν ως σκοπό το γέλιο ή τη διασκέδαση για εκείνον ο οποίος προβαίνει σε αυτό και τους θεατές του.
Ο ενδοσχολικός εκφοβισμός -θεωρώ τον όρο εξαιρετικά σαφή και προτιμότερο του “bullying” που ομαδοποιεί πολλά και διαφορετικά πράγματα κατά τρόπο όχι πάντα ακριβή- είναι η χειρότερη μορφή άσκησης εξουσίας από τον ισχυρό, ή εκείνον που αισθάνεται ισχυρός, απέναντι στον ασθενέστερο. Γι’ αυτό και δεν έχει όρια, δεν έχει «πλάκα», δεν είναι αστείο. Όσο προωθούμε, στην καθημερινή μας ζωή και στις κοινωνικές μας σχέσεις τη βία, τη «μαγκιά», την αγένεια, δίνουμε το παράδειγμα.
Τί καλύτερο παράδειγμα για να ασκήσει κάποιος ενδοσχολικό εκφοβισμό μπορεί να συναντήσει κανείς από την οδική μας συμπεριφορά; Από τον τρόπο που φερόμαστε και μας φέρονται στις δημόσιες υπηρεσίες; Από την διαρκή διαφήμιση της βίας στο χώρο του αθλητισμού, με παράγοντες και μέσα, να διαγκωνίζονται σε χυδαιότητα;
Δεν υπάρχει κάποιο βίαιο θερμοκήπιο μέσα στο οποίο μεγαλώνουν οι νταήδες. Δεν είναι προϊόντα κάποιου εργαστηρίου βίας. Δεν είναι κάποιος σώνει και ντε βίαιος γονιός που ανατρέφει τους ασκούντες σχολικό εκφοβισμό. Είναι εκείνος που παρκάρει σε ράμπα ΑΜΕΑ, εκείνος που πάει να κλέψει τη σειρά στην ουρά, αυτός που ξύνεται για καβγά, ο φαλλοκράτης, ο ρατσιστής, αυτός που στρέφεται εναντίον των άλλων. Αυτός, που δεν μπορεί να αναγνωρίσει τα λάθη και τις αδυναμίες του.
Φυσικά και πρέπει τα θύματα να μιλούν, να εμπεδωθεί η ασφάλεια για τους μαθητές και τους γονείς, φυσικά και πρέπει να καθιερωθεί ο «δάσκαλος» ή «καθηγητής εμπιστοσύνης», ο οποίος θα είναι επιφορτισμένος σε κάθε σχολική μονάδα να ακούει τα προβλήματα των μαθητών, να τους συντρέχει και να προλαβαίνει τυχόν παραβατικές συμπεριφορές εντός του σχολικού περιβάλλοντος, φυσικά και πρέπει να υπάρχουν αυστηρές ποινές στους νταήδες, Αλλά δεν αρκεί. Δεν μας λείπει η ενημέρωση πια, ή η ευαισθητοποίηση. Δυστυχώς μετά από πολλά, τραγικά συμβάντα που οδήγησαν ακόμη και σε θανάτους νέων παιδιών, η κοινωνία μας είναι ενήμερη για το πρόβλημα και υπάρχει η σχετική γνώση.
Αυτό που λείπει είναι το παράδειγμα, η καθημερινή συμπεριφορά που πρέπει ως πολίτες και ως μέλη της κοινωνίας να έχουμε, η εμπέδωση του σεβασμού απέναντι στον άλλο, όποιος κι αν είναι αυτός. Μόνο μέσα από τη δική μας, καθημερινή συμπεριφορά, θα γίνει σαφές ότι ο ενδοσχολικός -αλλά και ενδοοικογενειακός, ο ενδοεργασιακός κ.α.- εκφοβισμός, δεν μπορεί να γίνεται ανεκτός.
Είμαι μητέρα τριών παιδιών. Είναι λογικό το θέμα να με αφορά άμεσα. Και με αφορά γιατί δεν θέλω να μεγαλώνω ούτε θύτες αλλά ούτε και θύματα. Και για τούτο, θα κάνω ότι μπορεί να περνάει από το χέρι μου, σαν Ελληνίδα  μητέρα, σαν ευαίσθητος πολίτης, σαν άνθρωπος που θέλω να ζω σε μια κοινωνία ούτε προβάτων ούτε λύκων αλλά ανθρώπων.

Τιτή Ντολαπτσή

Πολακισμός

Κάθε μέρα που περνάει αισθάνεται κανείς βέβαιος, πως, εντάξει, αυτό ήταν, πιάσαμε πάτο, δεν έχει παρακάτω. Και αυτό φυσικά συνεπάγεται πως υπάρχει ελπίδα ανάκαμψης πλέον, όπως ακριβώς όταν φτάνει κανείς στον πυθμένα της θάλασσας, έχει να πάει μόνο προς τα πάνω με την άνωση. Δυστυχώς όμως, δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο με την κατάσταση στην πολιτική ζωή της χώρας.

Παράδειγμα ο κύριος Πολάκης, ο οποίος μάλλον θα χαρίσει το ονοματάκι του στο φαινόμενο που ο ίδιος δημιούργησε, ένα φαίνομενο που διακρίνεται από δήθεν καταγγελτικό λόγο, χυδαιότητα, μαγκιά τραμπούκου, θράσος, έλλειψη ντροπής. «Πολακισμός», έτσι θα λέμε και θα καταλαβαίνουμε ποιό ακριβώς είδος στάσης στα δημόσια πράγματα θα εννοούμε.

Σα να μην έφτανε η χυδαία και άνανδρη επίθεση σε έναν νεκρό δημοσιογράφο μετά την εις βάρος του απόφαση που δικαίωνε πανηγυρικά τον εκδημήσαντα, ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας, μας απασχόλησε με το καταναλωτικό του δάνειο των 100 χιλιάδων ευρώ, σε μια εποχή που η αγορά έχει κυριολεκτικά και μεταφορικά παγώσει, και ο τραπεζικός δανεισμός είναι ουσιαστικά αδύνατος ακόμη και για υγιείς επιχειρήσεις ή νοικοκυριά.

Παράνομο; Δικαστές δεν είμαστε. Ούτε εμπειρογνώμονες. Οπωσδήποτε είναι κάτι που αξίζει να ερευνηθεί. Τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο. Όπως και συνδυαστικά οι δηλώσεις του κυρίου Πολάκη, ότι, ας πούμε προ της ανάληψης του υπουργικού θώκου είχε τα διπλάσια και τριπλάσια (!) εισοδήματα. Μακάρι να τα έχει και να τα χαίρεται ο άνθρωπος, ελπίζουμε φυσικά πως το έχει δηλώσει στην εφορία και δεν έχει ακολουθήσει την πρακτική που ακολουθούσε όταν ως δήμαρχος τηρούσε δίπλα βιβλία.

Την ίδια στιγμή, βγαίνουν στην δημοσιότητα απειλές του κύριου Καμμένου προς τον κύριο Κοτζιά. Ένα κλίμα που θυμίζει ανοιχτό κάδο απορριμμάτων, μια αποφορά και μια μπόχα, ενώπιον της οποίας είναι αδύνατον να κλείσει κανείς τα μάτια.
Προφανώς και θα ήταν αφελές να ισχυριστεί κάποιος πως η πολιτική μας ζωή υπήρξε υποδειγματική και μόλις τα τελευταία χρόνια έχουμε τέτοια φαινόμενα. Όχι. Σκάνδαλα, πολιτική κατάπτωση, εκτεταμένη διαφθορά, ανηθικότητα και κατάχρηση εξουσίας, έχουμε ξαναζήσει πολλές φορές στον τόπο μας. Ωστόσο, νομίζω πως δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε, πως πρώτη φορά έχουμε φτάσει σε αυτό το επίπεδο και να έχουμε πιάσει πάτο και να πηγαίνουμε ακόμα πιο κάτω. Και η κατάσταση αυτή αποτελεί βούτυρο στο ψωμί εκείνων που βλέπουν με καχυποψία ή εχθρότητα τη δημοκρατία μας, την έστω ατελή Δημοκρατία μας. Τα άκρα βλέπετε, δεν αυξάνουν την δύναμή τους, τυχαία, από τη μια μερα στην άλλη· εκμεταλλεύονται, σε κάθε περίσταση, τις αδυναμίες της Δημοκρατίας μας γι’ αυτό έχουμε υποχρέωση να την θωρακίσουμε.

Υστερόγραφο: την ώρα που γράφονταν αυτές τις γραμμές πληροφορήθηκα πως ο κύριος Πολάκης προχώρησε σε ένα ακόμη «κατόρθωμα», την παράνομη ηχογράφηση τηλεφωνικής του συνομιλίας με τον κεντρικό τραπεζίτη, κύριο Στουρνάρα. Δυστυχώς δεν μας προκαλεί έκπληξη το γεγονός αυτό, δεδομένου του είδους που έχει επιδείξει καθόλη τη διάρκεια της δημόσιας παρουσίας του ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας. Αυτό το οποίο όμως αναρωτιόμαστε, και οφείλουμε να αναρωτηθούμε όλοι, ως ευαίσθητοι πολίτες, είναι υπάρχει τελικά εισαγγελέας σε αυτή τη χώρα;

Τιτή Ντολαπτσή

Η Βενεζουέλα των Βαλκανίων

Αντιλαμβάνομαι πως ο τίτλος που επέλεξα είναι αρκετά προκλητικός, προβοκατόρικος σχεδόν. Θα βρεθεί κάποιος πιθανότατα και θα πει «σαν πολλά δε μας τα λες; είπαμε είμαστε ό,τι είμαστε, αλλά όχι και Βενεζουέλα των Βαλκανίων, basta!»
Εξηγούμαι: τον Ιούλιο του 1974, αμέσως μετά την άφιξη του, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής θέτει σαν αποκλειστικό στόχο της πολιτικής του τον βαθύ και ουσιαστικό εκδημοκρατισμό της χώρας. Στα πλαίσια αυτά, όχι μόνο προχωρεί σε δημοψήφισμα και νομιμοποίηση του μέχρι τότε παράνομου ΚΚΕ αλλά και δίνει αγώνα και στις δύο κυβερνητικές του θητείες, αγώνα σκληρό και άνισο καθώς έχει να αντιμετωπίσει εξωτερικές και εσωτερικές δυσκολίες, να εντάξει την Ελλάδα στην τότε ΕΟΚ, νυν ΕΕ.
Η επιλογή εκείνη του Κωνσταντίνου Καραμανλή, επιλογή για την οποία ανάλωσε όλο το πολιτικό του κεφάλαιο, δεν εντάσσεται μόνο στη βαθιά του πίστη πως μόνο μέσα στην ευρωπαϊκή οικογένεια η Ελλάδα θα μπορούσε να αναπτυχθεί και να βγει επιτέλους από τη φτώχεια και την καθυστέρηση. Ο βασικότερος ίσως λόγος είναι γιατί  η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ/ΕΕ ήταν ο καλύτερος τρόπος για να αποκτήσει η χώρα ουσιαστική εσωτερική σταθερότητα και να θεμελιωθεί η δημοκρατία, έτσι ώστε να μην υπάρξει ποτέ στο μέλλον κίνδυνος για το πολίτευμα.
Με αλλά λόγια, καλό θα είναι να ανάβουμε που και που κανένα κεράκι προς ανάπαυσιν της ψυχούλας του Εθνάρχη, ειδικά με όσα έχουμε ζήσει τα τελευταία χρόνια. Τι θέλω να πω;
Είναι προφανές πως ο  θεσμός των ιδεοληπτικών αριστεριστών του ΣΥΡΙΖΑ, μαζί με το γελοίο υποσύνολο των ΑΝΕΛ, όχι μόνο δεν διαθέτουν ίχνος δημοκρατικής ευαισθησίας, αλλά ίσα ίσα, θα έβλεπαν μάλλον θετικά την βενεζουελοποίηση/μαδουροποίηση της χώρας.  Τι να θυμηθούμε; Τον «γραφικό» όσο και επικίνδυνο Λαφαζάνη που το καλοκαίρι του 2015 πρότεινε «ντου» στο Νομισματοκοπείο; Τον ολωσδιόλου Καμμένο που έλεγε πως ο στρατός θα εγγυηθεί την εσωτερική ασφάλεια; Τις παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη με την κα Θάνου και τον σκοτεινό Παπαγγελόπουλο; Τον νόμο Παππά για 4 τηλεοπτικές άδειες; Το εμπάργκο στο ΣΚΑΪ, ακόμη και μετά τη βομβιστική επίθεση που δέχτηκε ο σταθμός; Ή τέλος το θαυμασμό στα όρια της λατρείας στον Τσάβες (ο οποίος, ειρήσθω εν παρόδω, πρώτα έκανε δύο στρατιωτικά πραξικοπήματα και εν συνεχεία κατόρθωσε να ανέλθει δημοκρατικά στην εξουσία, την οποία ούτε ο ίδιος ούτε ο οδηγός λεωφορείου διάδοχός του δεν σκόπευε να αφήσει) που συνεχίζεται με τον Μαδούρο κατά τρόπο που εκθέτει τη χώρα ανεπανόρθωτα, ως συμπαθούσα αιμοσταγείς δικτάτορες.
Θα πει κάποιος πως αυτή ήταν πάντα η Αριστερά· εκεί που κατακεραυνώνει τους Πινοσέτ, δηλώνει τη συμπάθειά της στους Βιντέλα. Σωστά. Αλλά ωστόσο δεν παύει να ανησυχεί το γεγονός ότι το παρόν τσίρκο που κυβερνά, παρά την αδιαμφισβήτητη ανικανότητά του στο να επιλύσει έστω και απλά προβλήματα καθημερινότητας, παρά την ιδεοληψία που οδηγεί σε καταφανή αγνόηση της πραγματικότητας, έχει ένα πρωτόγνωρο πραγματικά πάθος να διατηρηθεί πάση θυσία στην εξουσία, αδιαφορώντας για οτιδήποτε άλλο.
Κατά συνέπεια, όσο και αν η Ελλάδα δεν είναι –μέχρι στιγμής τουλάχιστον- η Βενεζουέλα των Βαλκανίων, καλό θα είναι να αγρυπνούμε όλοι οι υπεύθυνοι και ευαισθητοποιημένοι πολίτες, διότι πραγματικά (κι εδώ, ας μου επιτραπεί να μεταφέρω μια γνώμη που πολύ συχνά ακούω όπου βρεθώ κι όπου σταθώ) «μ’ αυτούς εδώ, δε θα ξεμπλέξουμε εύκολα». Ας έχουμε λοιπόν τα μάτια μας ανοιχτά και –το σπουδαιότερο- ας μας γίνει μάθημα όλο αυτό που ζήσαμε τα τελευταία τέσσερα χρόνια και να είμαστε πολύ προσεκτικοί όταν, πρώτα ο Θεός, βρεθούμε μπροστά στην κάλπη. Βλέπετε, μετά την απομάκρυνση εκ του ταμείου, ουδέν λάθος αναγνωρίζεται.

Τιτή Ντολαπτσή

Στο παρά πέντε της κύρωσης της Συμφωνίας των Πρεσπών-Μια αποτίμηση

Δε νομίζω ότι πλέον έχουμε πολλά να πούμε. Η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί είναι ξεκάθαρη.
Μία κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ υπογραφεί μία συμφωνία για το Σκοπιανό με Υπουργό Εξωτερικών τον κύριο Κοτζιά. Στη συνέχεια, η κυβέρνηση αυτή αποπέμπει τον Υπουργό Εξωτερικών που υπέγραψε την συμφωνία, εξακολουθώντας όμως να στηρίζει τη συμφωνία. Λίγους μήνες αργότερα, αποχωρεί από την κυβέρνηση ο ένας κυβερνητικός ετέρος κ. Καμμένος, χάριν του οποίου είχε αποπεμφθεί ο Υπουργός Εξωτερικών. Στη συνέχεια ακολουθούν άφθονα μπες βγες στην κυβέρνηση, έχουμε μια πλειοψηφία «pastiche» (μην πούμε «κουρελού», υπάρχουν κάποιοι μη μου άπτου που θίγονται με τον όρο, όσο κι αν είναι ο πλέον ταιριαστός) και τώρα, σε δυο ημέρες, η Βουλή θα κληθεί να ψηφίσει την κύρωση της συμφωνίας.
Όλα αυτά φυσικά, ενώ εχούμε ένα εθνικό ζήτημα, ένα ζήτημα ταυτότητας, που για την συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων, είναι ζήτημα ουσίας. Και πως αντιμετώπισε αυτό το ζήτημα ο κύριος Τσίπρας και η κυβέρνηση του; Με προχειρότητα, με επιπολαιότητα, και το χειρότερο όλων με συνειδητή διάθεση να προσπαθήσει να διχάσει τον ελληνικό λαό, πιστεύοντας ότι με αυτόν τον τρόπο θα δημιουργούσε πρόβλημα στην αντιπολίτευση.
Καμία σύγκλιση συμβουλίου πολιτικών αρχηγών δεν ακολούθησε μετά την υπογραφή της συμφωνίας. Καμία, τυπική έστω, ενημέρωση του προέδρου της Δημοκρατίας. Καμιά προσπάθεια, εφόσον ο ίδιος ο κ. Τσίπρας πιστεύει πως αυτή η συμφωνία είναι η χρυσή ευκαιρία για τη χώρα μας ώστε να λυθεί ένα χρόνιο πρόβλημα στα βόρεια σύνορα μας, να εξηγήσει, να πείσει, να πετύχει την ευρύτερη δυνατή εθνική συναίνεση.
Δεν έχω να πω πολλά. Δυστυχώς δεν γνωρίζω πως μαθαίνουν να αντιμετωπίζουν τα εθνικά θέματα στα κομματικά σχολεία της Αριστεράς στα οποία θήτευσε και διέπρεψε ο κύριος Τσίπρας. Από τον τόπο μας πέρασαν πολλές κυβερνήσεις, κάποιες καλές, κάποιες καλύτερες, κάποιες μέτριες, κάποιες κακές. Σε όλες όμως θα συναντούσε κανείς μία μίνιμουμ αίσθηση εθνικής ευθύνης, μία ελάχιστη αντίληψη του πώς και πού απαιτείται μια συναίνεση, μία βούληση να αντιμετωπιστεί ένα πρόβλημα γιατί πρέπει να αντιμετωπιστεί κι όχι για να μπλοκάρουμε την αντιπολίτευση.
Να πω μόνο ακόμη, πως στην περίπτωση της ΝΔ, ο κύριος Τσίπρας δεν κατάφερα και πολλά. Από την πρώτη στιγμή ο πρόεδρος του κόμματος, Κυριάκος Μητσοτάκης, ακριβώς με το αίσθημα ευθύνης που έλειπε από τον πρωθυπουργό, στάθηκε δίπλα στον ελληνικό λαό, αφουγκράστηκε τις ευαισθησίες του, και υποστήριξε σταθερά την ανάγκη για μη κύρωση της συγκεκριμένης συμφωνίας. Το μαζικό συλλαλητήριο της Κυριακής, το οποίο με προβοκάτσιες και δακρυγόνα προσπάθησε να διαλύσει κυβέρνηση, απέδειξε πως ο πρόεδρος έδειξε τα σωστά αντανακλαστικά· ας σημειωθεί ακόμη, πως ενώ όλα σχεδόν τα κόμματα του δημοκρατικού τόξου μετράνε απώλειες ενόψει της κύρωσης της συμφωνίας, η κοινοβουλευτική ομάδα της ΝΔ παρέμεινε και παραμένει αρραγής.
Αυτή η συμφωνία δεν πρέπει να περάσει, όχι μόνο γιατί δεν είναι μία καλή συμφωνία, όχι μόνο γιατί δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από αυτά που υποτίθεται πως επιλύει, αλλά, και ίσως αυτό είναι το σημαντικότερο, γιατί δεν διαθέτει ούτε δημοκρατική νομιμοποίηση, ούτε την αναγκαία συναίνεση τόσο ως προς τα πολιτικά κόμματα όσο και ως προς την ελληνική κοινωνία, που απαιτείται προκειμένου να αντιμετωπιστεί ένα εθνικό ζήτημα.

Τιτή Ντολαπτσή

Εθελοντισμός και σύγχρονη Κοινωνία Πολιτών.

Πιθανολογώ πως οι περισσότεροι συμπολίτες μας σήμερα, στο άκουσμα και μόνο της λέξης «εθελοντισμός» είναι δύσπιστοι. Δε θέλει άλλωστε και πολύ. Κάτι το πάρτι με τους εθελοντές που στήθηκε στην εποχή των Ολυμπιακών Αγώνων, κάτι το σημερινό, σύγχρονο πάρτι που στήνουν οι λεγόμενες ΜΚΟ, με την ανοχή και την υποστήριξη του κ. Τσίπρα και της κυβέρνησής του και τα χρήματα των Ευρωπαίων –άρα και των Ελλήνων- φορολογουμένων για το έγκλημα του μεταναστευτικού, ο περισσότερος κόσμος, βλέπει στην καλύτερη περίπτωση με καχυποψία και στη χειρότερη με εχθρότητα κάθε κίνηση που γίνεται υπό τη σημαία του εθελοντισμού.

Κι όμως, κάτι τέτοιο είναι μάλλον άδικο, και θα προσπαθήσω μέσα σε λίγες γραμμές να το καταδείξω. Είναι σαφές πως οι διάφορες εθελοντικές δράσεις που έχουν κατά καιρούς αναπτυχθεί στη χώρα μας, πολύ συχνά απετέλεσαν είτε εκ των υστέρων προσπάθειες δικαιολόγησης απουσίας του κράτους, είτε συγκεκαλυμμένες μεθόδους προώθησης κάθε είδους συμφερόντων, με πολύ υψηλό μάλιστα κόστος για τους πολίτες.

Από την άλλη πλευρά, ιδιαίτερα στα χρόνια της κρίσης, η κοινωνία πολιτών, όπως λέμε, ανέπτυξε διάφορες δράσεις που σα σκοπό είχαν την προσπάθεια ανακούφισης διαφόρων κοινωνικών ομάδων και πολλών χειμαζόμενων συνανθρώπων μας που επλήγησαν από την κρίση. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο εξάλλου, και με το κράτος να είναι τις περισσότερες φορές απόν, ένα διαρκές παράδειγμα εθελούσιας προσφοράς προς τον άνθρωπο και την κοινωνία, παρά τις επιθέσεις που δέχεται από διάφορες πλευρές, απετέλεσε η Εκκλησία με το τεράστιο κοινωνικό έργο που επιτέλεσε και επιτελεί καθημερινά, σε κάθε μητρόπολη και ενορία.

Αλλά και οι καταστροφές που έπληξαν τον τελευταίο χρόνο την Αττική, από τη Μάνδρα μέχρι το Μάτι, όπου ο κρατικός μηχανισμός όχι απλώς δεν έπραξε τα αναμενόμενα αλλά οι εκπρόσωποι της συντεταγμένης Πολιτείας έφτασαν μέχρι του σημείου να κατηγορήσουν τα θύματα για το κακό που τα βρήκε, πάλι η αυθόρμητη κινητοποίηση της κοινωνίας μας, όπου ο καθένας με όποιον τρόπο μπορούσε, δραστηριοποιήθηκε σε μια προσπάθεια να βοηθηθούν όσοι υπέστησαν καταστροφές.

Έχει λοιπόν καταστεί σαφές πως απέναντι σε ένα κράτος που συχνά είναι εχθρικό απέναντι στον πολίτη, δυσκίνητο, κυριαρχούμενο πλήρως από τη γραφειοκρατία, την ευθύνη την έχουμε εμείς, οι πολίτες, αν θέλουμε πραγματικά να βελτιώσουμε την ποιότητα της ζωής μας, την καθημερινότητα των συνανθρώπων μας και τον κόσμο που ζουν τα παιδιά μας.

Η ανάληψη ευθύνης από μέρους μας, αποτελεί πράξη εξόχως πολιτική, σε μια σημαντική πολιτική και κοινωνική συγκυρία, προκειμένου όχι μόνο να βγούμε από το τέλμα που η κυβέρνηση των τελευταίων ετών, κατά κύριο λόγο, μας έχει οδηγήσει αλλά και να κάνουμε τη ζωή μας λίγο πιο όμορφη, λίγο πιο εύκολη, πολύ πιο ανθρώπινη. Κάθε προσπάθεια που έχει σα σκοπό τον παραπάνω, είναι μια μορφή εθελοντικής δράσης, και νομίζω πως, περισσότερο από ποτέ, είναι ανάγκη να αναλάβουμε εμείς οι ίδιοι, το έργο της ανόρθωσης της πατρίδας, αποκτώντας μεγαλύτερη υπευθυνότητα, όπως αρμόζει σε πραγματικά ελεύθερους πολίτες μιας δημοκρατικής χώρας.

Το κράτος, μας δείχνει τα όριά του, τις δυνατότητές του, ιδιαίτερα όταν άνθρωποι φαύλοι και ανίκανοι, διαχειρίζονται τις τύχες του. Από εκεί και πέρα, το λόγο για την αναβάθμιση της ζωής μας συνολικά, ως κοινωνία, έχουμε καθήκον να τον πάρουμε εμείς.

Τιτή Ντολαπτσή

Η Στήριξη των Νέων Οικογενειών ως Βασική Προτεραιότητα της ΝΔ.

Το 12ο συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας ολοκλήρωσε εδώ και λίγες μέρες τις εργασίες του.  Ένα συνέδριο ενωτικό, με σεβασμό στην Ιστορία της παράταξης, που εκφράστηκε και μέσα από τις πολύ ουσιαστικές παρεμβάσεις που έκαναν οι τρείς πρώην πρόεδροι του κόμματος στις ομιλίες τους. Η Ελλάδα αλλάζει σελίδα, προχωράει μπροστά για να βρει ξανά τη θέση που τις αναλογεί μέσα στο διεθνές περιβάλλον, για να έρθει η πραγματική, ουσιαστική ανάπτυξη στη χώρα μας, αυτή που καταλαβαίνει κάθε πολίτης στην καθημερινότητά του.
Είναι νομίζω αναγκαίο να το καταλάβουμε: άλλος δρόμος, δεν υπάρχει. Η χώρα πρέπει να αλλάξει, να ανοίξει νέους δρόμους, να γίνουν αληθινές μεταρρυθμίσεις. Σε αντίθεση όμως με ό,τι γενικά πιστεύεται, ανάπτυξη και μεταρρυθμίσεις δε σημαίνουν –δεν μπορεί να σημαίνουν- αδιαφορία για την καθημερινότητα των πολιτών.  Η ανάπτυξη δεν αποτελεί ζητούμενο που αυτοτροφοδοτείται, ούτε αρκεί η βελτίωση των στατιστικών μεγεθών της χώρας. Ζητάμε και επιδιώκουμε την ανάπτυξη ως αναγκαία προϋπόθεση για την καλυτέρευση της ζωής των συμπολιτών μας, εκείνων ιδιαίτερα που κυρίως πλήρωσαν και τα δύσκολα χρόνια της κρίσης και την αλλόφρονα πολιτική ΣΥΡΙΖΑ που μας γύρισε πίσω, ματαιώνοντας τις σκληρές θυσίες του ελληνικού λαού.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, θα πρέπει να γίνουν κατανοητές και οι εξαγγελίες που έκανε από το βήμα του συνεδρίου ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, Κυριάκος Μητσοτάκης. Θα σταθώ ωστόσο λίγο περισσότερο στα όσα είπε ο πρόεδρος αναφορικά με τη στήριξη των νέων οικογενειών, κάτι που αποτελεί απόλυτη προτεραιότητα για τη Νέα Δημοκρατία.
Με δεδομένο το γεγονός ότι ο πληθυσμός της πατρίδας μας βαίνει διαρκώς μειούμενος, ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξήγγειλε μια σειρά από μέτρων για τη στήριξη των νέων που θέλουν να κάνουν οικογένεια. Πιο συγκεκριμένα, για την αντιμετώπιση της υπογεννητικότητας ο πρόεδρος της ΝΔ δεσμεύθηκε ότι στον πρώτο κιόλας προϋπολογισμό που θα καταθέσει η ΝΔ, θα προβλέπεται επίδομα 2.000 ευρώ στις νέες οικογένειες για κάθε παιδί που θα γεννιέται. Ποσό που διασφαλίζει την κάλυψη των αναγκαίων εξόδων το πρώτο διάστημα της ζωής του και θα δοθεί με διευρυμένα εισοδηματικά κριτήρια στη συντριπτική πλειονότητα των νέων οικογενειών.
Παράλληλα, επεσήμανε ότι υπάρχει πρόβλεψη ώστε  όλα τα βρεφικά είδη και τα είδη πρώτης ανάγκης των νέων μητέρων θα υπαχθούν στον χαμηλό συντελεστή ΦΠΑ, ενώ θα επαναλάβει τη δέσμευση του ότι το αφορολόγητο όριο για κάθε παιδί θα προσαυξάνεται στις οικογένειές τους κατά 1.000 ευρώ.
Επίσης η ΝΔ θα θεσμοθετήσει τη δυνατότητα οι νέες μητέρες να επιλέγουν εκείνες το χρόνο για την άδεια εγκυμοσύνης και λοχείας, ενώ για πρώτη φορά θα καθιερωθεί στη χώρα μας το πρόγραμμα «βοήθεια στην εργαζόμενη μητέρα». Πρόκειται για ένα πρόγραμμα με το οποίο θα πιστοποιούνται εξειδικευμένες γυναίκες και θα αναλαμβάνουν εκείνες την φύλαξη παιδιών προσχολικής ηλικίας, όπως συμβαίνει σε πολλές χώρες του εξωτερικού για να διευκολύνονται οι εργαζόμενες νέες μητέρες. Τέλος, κάθε οικογένεια που το παιδί της δεν βρίσκει θέση σε δημοτικό παιδικό σταθμό, θα λαμβάνει ενίσχυση 180 ευρώ το μήνα για 10 μήνες το χρόνο για να επιλέγει εκείνη βρεφονηπιακό σταθμό.
Σαφώς και δεν είναι τα μόνα μέτρα που θα λάβει η ΝΔ για να υποστηρίξει την οικογένεια, τον πυλώνα της ελληνικής κοινωνίας, καθώς όλα αυτά θα ληφθούν σε συνδυασμό με ένα πλήρες πλάνο νέας διακυβέρνησης της χώρας, όχι μόνο στο οικονομικό επίπεδο. Γιατί στήριξη στην οικογένεια αποτελεί και το εμπεδωμένο αίσθημα ασφάλειας, η σοβαρή και δημόσια εκπαίδευση, από το νηπιαγωγείο μέχρι το πανεπιστήμιο, η πρόσβαση στην εργασία.
Παρακολούθησα λίγο την κριτική –που δεν θα την έλεγα καλοπροαίρετη, αλλά έστω, για την οικονομία της κουβέντας- η οποία ασκήθηκε στον πρόεδρο της ΝΔ. Δυστυχώς, δε στέκεται στην ουσία. Άλλοι μιλούν για μικρή ενίσχυση σε σχέση με τις ανάγκες της νέας οικογένειας, άλλοι μας εγκαλούν για λαϊκισμό. Θα είχε ίσως κάποια σημασία να σταθεί κανείς σε αυτές τις κριτικές θέσεις, αν δεν συνέτρεχε το εξής απλό: η κριτική στον Κυριάκο Μητσοτάκη, και όχι μόνο επί του προκειμένου, ασκείται από εκείνους που έχουν αποφασίσει, σε κάθε περίπτωση να σταθούν απέναντι. Ό, τι και να πει, όποιο πρόγραμμα και να καταθέσει η ΝΔ, κάτι δεν θα τους αρέσει, για κάτι θα έχουν επιφυλάξεις, πάντα θα σταθούν κριτικά. Όχι από πνεύμα δυσπιστίας, οπωσδήποτε δικαιολογημένης για κάθε πολίτη, όταν ακούει μια εξαγγελία, αλλά περισσότερο από μία διάθεση δικαιολόγησης του «γιατί δεν θα ψηφίσω Μητσοτάκη». Όχι τυχαία άλλωστε, ο πρόεδρος της ΝΔ έχει κατηγορηθεί για διάφορα και τα αντίθετά τους, την ίδια στιγμή.
Όπως είπαμε, η Ελλάδα οφείλει να προχωρήσει, να αποκαταστήσει τις βλάβες που προκάλεσε ο ΣΥΡΙΖΑ, και να ευημερήσει, έτσι όπως αξίζει για εμάς και τα παιδιά μας.

Τιτή Ντολαπτσή

«Μακεδονική Σαλάτα» αλά ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ

Και να που πριν αλέκτωρ λαλήσει, οι «Κασσάνδρες» -ή μήπως πρέπει να πω οι «Βουκεφάλες», όπως μας χαρακτήριζαν όσους επισημαίναμε πως η συμφωνία των Πρεσπών, με την ασάφειά της, αν μη τί άλλο, δεν αποτελούσε λύση στο Σκοπιανό οι διάφοροι τάχα «προοδευτικοί κοσμοπολίτες»;-  επιβεβαιώνονται· ο πρόεδρος της γειτονικής χώρας, έκανε, πριν λίγες μέρες δηλώσεις, για «μακεδονική μειονότητα» στην Ελλάδα καθώς και για «μακεδονική γλώσσα» η οποία μάλιστα θα διδάσκεται, σύμφωνα με όσα προκύπτουν από τη συμφωνία, στη χώρα μας! Και μετά το σάλο των δηλώσεων, επανήλθε, ο κ. Ζάεφ, λέγοντας πως το κράτος του μεν θα ονομάζεται «Βόρεια Μακεδονία» αλλά ο λαός του αποτελείται από «Μακεδόνες που μιλούν τη μακεδονική γλώσσα»! Να αναγνωρίσουμε ωστόσο, πως ο βόρειος γείτονας ήταν καθησυχαστικός, καθώς δεν προτίθεται να μας προσαρτήσει, κι ένα «ουφ» ανακούφισης βγήκε από όλους μας!

Μετά από όλα αυτά, ο μεν κυβερνητικός εταίρος, (εκείνος που θα έριχνε την κυβέρνηση, αν περνούσε η συμφωνία στα Σκόπια) μας είπε πως «τώρα πια δεν υπάρχει συμφωνία!» ενώ ο αρχιτέκτονας αυτής, τον οποίο ο προαναφερθείς κυβερνητικός εταίρος κατηγόρησε μέσα στο υπουργικό συμβούλιο, πρώην ΥΠΕΞ κ. Κοτζιάς, μας είπε χαριτωμένα πως «θα τραβήξει το αυτάκι» του Ζόραν Ζάεφ.

Έχω την πεποίθηση πως ουδείς εχέφρων πολίτης πλέον έχει αμφιβολίες για την καταστροφική πολιτική που άσκησε σε ένα τόσο σοβαρό εθνικό θέμα η κυβέρνηση Τσίπρα – Καμμένου, όταν πλέον αποκαλύπτονται οι πραγματικές συνέπειες της συμφωνίας.

Να δούμε όμως λίγο τί τελικά συμβαίνει. Από το 1991, ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, θέτει ως ακρογωνιαία λίθο της πολιτικής του στο θέμα των Σκοπίων την αναγνώριση από τα Σκόπια ότι δεν υπάρχει μακεδονική μειονότητα στην Ελλάδα. Σαφής άλλωστε ήταν η επιμονή της τότε ελληνικής κυβέρνησης, για ρητή διατύπωση στη «λύση Πινέιρο» πως τα Σκόπια θα αναγνώριζαν πως δεν υπάρχει στην Ελλάδα μακεδονική μειονότητα, ωστόσο η λύση Πινέιρο, δεν προχώρησε, αλλά η χώρα μας είχε καταθέσει σαφώς τη θέση της, θέση που είχαν αποδεχτεί και οι Ευρωπαίοι τότε.  Είναι άλλωστε σαφές, πως μακεδονική μειονότητα, με την αναγκαία μαζικότητα ώστε να μπορεί να διεκδικήσει συλλογικά μειονοτικά δικαιώματα στην Ελλάδα, δεν υπήρχε. Τα πολύ μικρά ποσοστά που πήρε το Ουράνιο Τόξο, που προσπάθησε να εκπροσωπήσει εκλογικά μια τέτοια υποτιθέμενη εθνική μειονότητα στη δεκαετία του 1990 και εντεύθεν, δίνουν και την σχετική αριθμητική αιτιολόγηση. Το Ουράνιο Τόξο στις περιφέρειες της Κεντρικής και Δυτικής Μακεδονίας έλαβε στις ευρωεκλογές του 2014 αθροιστικά 0,2% (2.861 ψήφους σε ένα εκλογικό σώμα 1.212.881 ψηφισάντων), κάτι που καθιστά την σχετική υπόθεση πράγματι μη συγκρίσιμη αριθμητικά με οποιαδήποτε αναγνωρισμένη εθνική μειονότητα στην Ευρώπη.

Υποστήριζε μάλιστα χαρακτηριστικά ο Κρης πολιτικός, πως «πρόκειται για μοναδική περίπτωση, από όσες εγώ γνωρίζω, όπου την μειονότητα την παρουσιάζουν τρίτοι, απ’ έξω από τη χώρα και όχι μέσα στην ενδιαφερόμενη χώρα». Και να, πριν ακόμη κυρωθεί η συμφωνία, η δήλωση Ζάεφ, δήλωση που βεβαίως είναι σε συνάρτηση με όσα ΡΗΤΑ αναγνωρίζονται στη συμφωνία των Πρεσπών, για την οποία, όσοι είχαμε επιφυλάξεις, είμαστε εθνικιστές και ακροδεξιοί.

Και κάτι ακόμη, προκειμένου να γίνει αντιληπτό το μέγεθος της εθνικής βλάβης που προκάλεσαν οι κύριοι Τσίπρας και Καμμένος. Είναι σαφές πως τα τελευταία τριάντα περίπου χρόνια έγιναν λάθη, η ελληνική εξωτερική πολιτική εγκλωβίστηκε σε μια ατελέσφορη τακτική, που άφησε ένα σημαντικό ζήτημα για τις διεθνείς μας σχέσεις, άλυτο. Μετά τον υπερεθνικιστή Γκρουέφσκι,  η ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον διαλλακτικότερο Ζόραν Ζάεφ, ήταν η ιδανική στιγμή να υπάρξει συνεννόηση και συναίνεση των πολιτικών δυνάμεων για να δρομολογηθεί η τελική συμφωνία.
Αντ’ αυτού όμως η κυβέρνηση Τσίπρα των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, χωρίς μάλιστα τους ΑΝΕΛ, και χωρίς  κ α μ ί α  εθνική συνεννόηση, αποφάσισε να το παίξει λύτης δύσκολων εθνικών προβλημάτων, φόρεσε καουμπόικο καπέλο στον κ. Κοτζιά και όρμησε να το τακτοποιήσει κι αυτό, όπως είχε τακτοποιήσει κι όλα τα υπόλοιπα. Χωρίς καμία εθνική συνεννόηση, με μόνη στόχευση την εμπλοκή της αντιπολίτευσης και την προσπάθεια ανατροπής της δυναμικής της ΝΔ, με τη δημιουργία ακροδεξιού πολιτικού σχηματισμού με αφορμή το Σκοπιανό, ή την ενδυνάμωση της Χρυσής Αυγής, με την οποία, όπως έχει αποδειχθεί μέχρι σήμερα, οι σχέσεις της κυβέρνησης είναι μάλλον άριστες.

Τέλος, ας έχουμε υπόψη μας πως αν ισχύσει τελικά αυτή συμφωνία, αυτό θα σημαίνει πως έχουμε σύνθετη ονομασία που  αντί π.χ. του «Νέα», έχει ως προσδιορισμό το «Βόρεια», που σαφώς την αντιπαραβάλλει προς τη Νότια, κατά το παράδειγμα της Κορέας ή του Βιετνάμ, αφήνει ξεκάθαρα περιθώριο γενικής χρήσης του ονόματος «Μακεδονία», «Μακεδόνας, «μακεδονικός», χωρίς άλλο προσδιορισμό, γεγονός από το οποίο προκύπτει και «μακεδονική» εθνότητα, εθνικότητα, ιθαγένεια κλπ, ανάλογα με τις ερμηνείες, κάτι που βεβαίως αφορά και τοπωνύμια ή προϊόντα, και φυσικά το ζήτημα της «μακεδονικής γλώσσας», που παρά το γεγονός ότι, στα ψιλά, αναφέρεται σλαβική ρίζα και προέλευση κι ως εκ τούτου δεν έχει καμιά σχέση με τη γλώσσα του Μ. Αλεξάνδρου και του Αριστοτέλη, παραμένει το καίριο και παράλογο που μόλις προχθές ακούσαμε, ότι δηλαδή, αυτό το γλωσσικό μόρφωμα, μπορεί να  διδάσκεται ελληνικά σχολεία  «μακεδονική γλώσσα»!

Οι παλιοί έλεγαν πως «όσα φέρνει η ώρα, δεν τα φέρνει ο χρόνος». Η καταστροφή που έφεραν στη χώρα, σε όλα τα επίπεδα οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, ολοκληρώνεται με μια «μακεδονική σαλάτα». Και οι ζημιές στα εθνικά ζητήματα, σπάνια μπορούν να αποκατασταθούν…

Τιτή Ντολαπτσή

18η Νοεμβρίου Ευρωπαϊκή Ημέρα για την Προστασία των Παιδιών ενάντια στη Σεξουαλική Εκμετάλλευση και Κακοποίηση

Από το 2015, η 18η Νοεμβρίου αποτελεί την Ευρωπαϊκή Ημέρα για την Προστασία των Παιδιών ενάντια στη Σεξουαλική Εκμετάλλευση και τη Σεξουαλική Κακοποίηση. Δυστυχώς, το φαινόμενο της παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης συμβαίνει σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα από όσο γνωρίζουμε όμως καλύπτεται από έντονη μυστικότητα. Σύμφωνα με ερευνες και περιστατικά που έχουν συμβεί 3 στα 5 παιδιά που κακοποιούνται σεξουαλικά δε θα μιλήσουν σε κανένα κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας για αυτήν!
Aκόμη από όσα παιδιά μιλήσουν, ελάχιστα θα φθάσουν να απασχολήσουν τις αστυνομικές αρχές, τις κοινωνικές υπηρεσίες ή τους επαγγελματίες υγείας.
Η Σεξουαλική εκμετάλλευση και η σεξουαλική κακοποίηση των παιδιών παραμένουν μια τραγική πραγματικότητα για όλες τις κοινωνίες. Ειναι στο χέρι μας να σταματήσουμε τη σοβαρή παραβίαση των δικαιωμάτων των παιδιών, η οποία έχει διαρκείς και συχνά πολύ αρνητικές συνέπειες για όλη τους τη ζωή. Αν αντιληφθούμε το παραμικρό στο κοινωνικό μας περίγυρο , μην το σιωπήσουμε .Ας τα προστατεύσουμε με όλες μας τις δυνάμεις.
Αύριο μπορεί να είναι το δικό μας παιδί.

Τιτή Ντολαπτσή

«Οι λαγοί με τα πετραχήλια» του κ. Τσίπρα

Το τελευταίο διάστημα ο κ. Τσίπρας έχει καταφύγει σε μία ανελέητη υποσχεσιολογία που θυμίζει τις μέρες του 2015, Η μνήμη είναι αμείλικτη για μερικούς, όπως και η νοημοσύνη. Ότι   και αν υποσχεθεί  ο Πρωθυπουργός μας, θα το πιει στο τέλος το πικρό ποτήρι των εκλογών . Ότι και αν  “δώσει» ούτε τη διαφορά του μειώνει από την ΝΔ ούτε την εικόνα που έχουν σχηματίσει οι πολίτες για αυτόν αλλάζει.

Τι να πρωτοαναφέρω  από τα λόγια του των τελευταίων ημερών. Για τις εξαγγελίες περί μισθοδοσίας των κληρικών από τα δημόσια ταμεία αλλά χωρίς να είναι δημόσιοι υπάλληλοι, για  τις 10000 νέες προσλήψεις που ανοίγουν στο Δημόσιο με  μισθολογικό κόστος 200 εκατ. Ευρώ, για την πρόσληψη άλλων 18500 και πλέον δημόσιων υπαλλήλων  το 2020, δηλαδή μετά τις εκλογές. Και όλα τα παραπάνω να εξαγγέλλονται παράλληλα με τα υποσχόμενα αναδρομικά σε δεκάδες κοινωνικές ομάδες και χωρίς να  ξεχνάμε την μη περικοπή των συντάξεων που διατείνεται ότι έχει πετύχει.

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι διαμορφώνει το δικό του «λεφτά υπάρχουν» . Η κυνική απάντηση του στην ερώτηση πού θα εξευρεθούν οι πόροι για τις χιλιάδες προσλήψεις τις οποίες εξήγγειλε: «Μην ανησυχείτε, θα βρούμε τους πόρους. Θα βρούμε τους πόρους για να κάνουμε προσλήψεις» μας οδηγεί σε ένα και μόνο συμπέρασμα . Ότι γνωρίζει καλά ότι πλησιάζει το πολιτικό του τέλος και κάνει ότι μπορεί για να το καθυστερήσει. Υπόσχεται συνεχώς και διαστρεβλώνει κατά συρροή   την πραγματικότητα για να καρπωθεί πολιτικά οφέλη . Εκτός από ψεύτης είναι και πολιτικά ανήθικος.

Γιατί σε μία χώρα  που η οικονομία καρκινοβατεί, που οι μισθοί και οι παροχές υγείας μοιάζουν με τριτοκοσμικής  , που οι επενδύσεις είναι ανύπαρκτες ,που  οι νέες θέσεις εργασίας είναι  μηδαμινές, που η φορολογία γονατίζει τα νοικοκυριά , που δεν υπάρχει καμία αίσθηση ασφάλειας στους πολίτες και τα πανεπιστήμια της χώρας  είναι έρμαια μπαχαλάκηδων, ρουβίκωνων και λοιπών «ακτιβιστών», είναι τουλάχιστον εξοργιστικό ο Πρωθυπουργός αυτής της χώρας να  ισχυρίζεται ότι όλα βαίνουν καλώς! Ότι η χώρα γυρίζει επιτέλους στην κανονικότητα!

Μάλλον η έννοια της κανονικότητας έχει αποκτήσει άλλη έννοια για τον ίδιο.  Δεν εξηγείται αλλιώς.

Οι περισσότεροι Έλληνες αισθάνονται οργή και αγανάκτηση . Για τα χαμένα χρόνια της διακυβέρνησης του  που στοίχισε στην χώρα πάνω από 100 δις και την καθυστερημένη έξοδο  από την κρίση και τα μνημόνια.

Βέβαια , ο κ Τσίπρας επιλέγει συνειδητά να μας εξαπατήσει για άλλη μία φορά τάζοντας λαγούς με πετραχήλια. Το ερώτημα λοιπόν που τίθεται σήμερα  είναι απλό αλλά ουσιώδες :  Εμείς θα τον αφήσουμε και αυτή τη φορά;

Τιτή Ντολαπτσή