Για την Παγκόσμια Ημέρα κατά του Ρατσισμού.

Δεν συμπαθώ ιδιαίτερα τις παγκόσμιες ημέρες. Όχι γιατί δεν συμφωνώ με την χρησιμότητα τους αλλά γιατί νομίζω πως αντί να κατορθώνουν αυτό που επιδιώκουν, δηλαδή να ευαισθητοποιούν, στην ουσία δημιουργούν εφησυχασμό. Θα μιλήσουμε δηλαδή κάθε 1η Δεκεμβρίου για το AIDS πχ και θα το ξεχάσουμε μέχρι την επόμενη 1η Δεκεμβρίου. Από την άλλη πλευρά βέβαια είμαι βαθύτατα πεπεισμένη πως, δυστυχώς, ακριβώς με τους ρυθμούς μας επιβάλλει η σύγχρονη ζωή, οι παγκόσμιες ημέρες είναι απαραίτητες στο να μας κάνουν μία υπόμνηση, να μας χτυπούν ένα καμπανάκι.
Η 21η Μαρτίου λοιπόν έχει καθιερωθεί, εκτός από Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης (χάρη στις άοκνες προσπάθειες μάλιστα ενός Έλληνα, του πρόσφατα χαμένου λογοτέχνη Μιχάλη Μήτρα) και Παγκόσμια Ημέρα κατά του Ρατσισμού.
Πολλοί θα ισχυριστούν πως δεν υπάρχει ανάγκη να τιμηθεί μια τέτοια μέρα. Προσωπικά έχω μάθει να διακρίνω τους ρατσιστές, όταν θέλοντας να αναπτύξουν τα ρατσιστικά τους επιχειρήματα, ξεκινούν σχεδόν πάντα με τη φράση «δεν είμαι ρατσιστής αλλά…», και φυσικά, η αληθινή τους άποψη, εκφράζεται από το «αλλά…» και μετά.
Αυτές τις μέρες ζήσαμε σε παγκόσμιο επίπεδο το παραλήρημα μίσους του ρατσισμού, της αδυναμίας συνύπαρξης και κατανόησης του Άλλου. Ο μακελάρης της Νέας Ζηλανδίας, ο δολοφόνος της Ουτρέχτης, ακόμη ακόμη, θλιβερό πολύ, δίπλα μας, οι κουκουλοφόροι ψευτονταήδες της Κόνιτσας που επιτέθηκαν σε ανήλικους αλλοδαπούς. Φρίκη και μίσος.
Μπορώ να κατανοήσω τις ανησυχίες των πολιτών σε σχέση με τα προβλήματα που δημιουργεί η όξυνση του μεταναστευτικού και, σε μεγάλο βαθμό συμμερίζομαι τόσο την αγωνία όσο και την ανησυχία τους. Αλλά, κι αυτό θα το πω ακόμα κι αν χρειαστεί να δυσαρεστήσω κάποιους, δεν μπορώ να κατανοήσω το μίσος, δεν μπορώ να το ανεχτώ, δεν μπορώ να δικαιολογήσω τις ενέργειες που πηγάζουν από αυτό.
Δεν θα πω κλισέ επιχειρήματα, της λογικής ότι κι εμείς οι Έλληνες έχουμε υποστεί ρατσισμό, όταν βρεθήκαμε σε άλλες χώρες της Δυτικής Ευρώπης ή της Αμερικής. Μικρή σημασία έχει κάτι τέτοιο. Θέλω να τονίσω μόνο το εξής: δεν είναι δυνατόν να μπορέσει να προοδεύσει μία κοινωνία όταν κουβαλάει μέσα της τόσο μίσος. Ακόμη κι αν υπάρχουν ενστάσεις ως προς τους μετανάστες που ήρθαν στη χώρα μας, ακόμα και αν υπάρχει η προφανής αδυναμία της Πολιτείας κατά πρώτον ή και των ίδιων των ανθρώπων που ήρθαν κατά δεύτερον, να ενσωματωθούν, είναι ζωτικής σημασίας να μην χάσουμε τον ανθρωπισμό μας.
Και εδώ φυσικά, δε μιλάμε για απατεώνες αλληλέγγυους και για ύποπτες ΜΚΟ που πουλώντας τζάμπα φιλανθρωπία παίζουν πολιτικά παιχνίδια ή θησαυρίζουν. Μιλάμε για τον ανθρωπισμό που οφείλουμε να έχουμε τόσο σαν Έλληνες όσο και σαν πολίτες που έχουν γαλουχηθεί με την χριστιανική παράδοση.
Κάπου κάποτε είχα διαβάσει, πως κάθε άνθρωπος είναι τόσο πολύτιμος όσο το αίμα που έχυσε ο Χριστός γι’αυτόν. Δε χρειάζεται κανείς να είναι απαραίτητα πιστός για να κατανοήσει το βάθος και την αξία της παραπάνω πρότασης. Είδαμε τι συνέβη στην Ουτρέχτη, ο δολοφόνος οπλίστηκε ουσιαστικά από τον μακελάρη της Νέας Ζηλανδίας. Το μίσος γεννάει μόνο μίσος.
Και αν αυτό που μας ανησυχεί είναι το μίσος του Άλλου για εμάς, χρέος μας είναι να δημιουργήσουμε μία Πολιτεία που θα μπορεί να προστατεύει αποτελεσματικά τους πολίτες της, να εμπεδώσει σε αυτούς το αίσθημα ασφαλείας και να καταστήσει σαφές πως η ζωή, η τιμή και η περιουσία των πολιτών της θα προστατευτούν με κάθε μέσο απέναντι σε οποιαδήποτε εκδήλωση επικίνδυνο φανατισμού, ισλαμιστικής ή ρατσιστικής εμπνεύσεως.
Είναι χρέος μας, να χτίσουμε μία Πολιτεία που εντός των ορίων της ούτε τα μουσουλμανάκια θα κινδυνεύουν να πέσουν θύματα του κάθε άρρωστου αλήτη αλλά ούτε και τα ελληνόπουλα θα φοβούνται τον οποιονδήποτε φονταμενταλιστή παράφρονα. Μόνο μέσα από ένα ισχυρό νομικό πλαίσιο, θα μπορέσουμε να θωρακίσουμε την κοινωνία μας, και να αντιμετωπίσουμε τελικά αποτελεσματικά το ρατσισμό και τη βία.

Τιτή Ντολαπτσή